Ο πόλεμος στα μάτια του παιδιού
Η πιο ανήθικη κατάσταση που μπορεί να βιώσει η ανθρωπότητα, πόσω μάλλον μια αθώα ψυχούλα, που προσπαθεί ακόμη να κατανοήσει τον κόσμο – Πώς, τελικά, μιλούμε στα παιδιά για το αδιανόητο του πολέμου;
Ο πόλεμος είναι η πιο ανήθικη κατάσταση που μπορεί να βιώσει η ανθρωπότητα. Εικόνες που συγκλονίζουν και ειδήσεις που σοκάρουν. Όσοι έζησαν παρόμοιες συνθήκες εκδιωγμού βλέπουν ξανά την πληγή τους ν’ ανοίγει διάπλατα, ζουν για δεύτερη και τρίτη φορά τα γεγονότα. Κάποιοι κλείνουν την τηλεόραση, κάποιοι βλέπουν και ταυτίζονται. Τι γίνεται, όμως, με τα παιδιά μας; Αθώες ψυχούλες που γίνονται, ηθελημένα και μη, μάρτυρες μιας πρωτόγνωρης κατάστασης και εικόνων που προκαλούν τρόμο. Η ψυχολόγος σχολικής εξελικτικής κατεύθυνσης, Δρ Αριστονίκη Θεοδοσίου Τρυφωνίδου, μίλησε στη «Σημερινή» για τον τρόπο προσέγγισης του πολέμου από τα παιδιά, εξηγώντας γιατί δεν πρέπει να εκθειάζονται βάρβαρες εικόνες της πραγματικότητας σε αυτά.
Να μην εκτίθενται τα παιδιά σε «βίαιες» ειδήσεις
Είναι γεγονός πως τα ΜΜΕ νυχθημερόν «βομβαρδίζουν» την καθημερινότητά μας πια με τη σκληρή πραγματικότητα. Τι γίνεται, όμως, όταν υπάρχουν παιδιά στο σπίτι; Η Δρ Θεοδοσίου ανέφερε ότι τα παιδιά καλό θα ήταν να μην εκτίθενται σε βίαιες εικόνες και ειδήσεις. «Υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα από παιδιά που βίωσαν τον πόλεμο σε Γάζα και Συρία αλλά και από παιδιά που βίωσαν το τραυματικό γεγονός του πολέμου μέσα από τα μάτια των άλλων. Για να μιλήσουμε με επιστημονικά δεδομένα: Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2013 σχετικά με τα παιδιά των προσφύγων από τη Συρία στην Τουρκία, το 74% των παιδιών έχουν βιώσει τον θάνατο ενός κοντινού σημαντικού άλλου».
Σε απλή γλώσσα
Ανάλογα με την ηλικία του παιδιού θα πρέπει να γίνει η σωστή προσέγγιση. «Ρωτάμε τα παιδιά ανάλογα με την ηλικία τους τι γνωρίζουν για τον πόλεμο, τι άκουσαν, τι είδαν, πώς ένιωσαν. Προσπαθούμε να τους εξηγήσουμε με απλά λόγια τι συμβαίνει. Αποφεύγουμε να συζητάμε λεπτομέρειες σε παιδιά νηπιακής και πρώτης σχολικής ηλικίας. Συζητάμε ιστορικά γεγονότα χωρίς ρατσιστικά σχόλια ή στερεοτυπικές δηλώσεις. Οπωσδήποτε, η ερμηνεία των γεγονότων φιλτράρεται μέσα από την οικογένεια, όπως μας δείχνει πολύ έντονα και η ιταλική ταινία «Η ζωή είναι ωραία», όπου ο πατέρας Μπενίνι προσπαθεί να περάσει τα γεγονότα στο μικρό του παιδί με έναν φανταστικό τρόπο, που θα το τραυματίσει όσο το δυνατόν λιγότερο. Αυτό το παιχνίδι του πατέρα λειτούργησε ως φίλτρο της πραγματικότητας για τον μικρό, που τον προστάτεψε και, εν τέλει, τον έσωσε».
Υπάρχουν επίσης εκπαιδευτικά παιχνίδια που αναδεικνύουν με παιγνιώδη τρόπο, σύμφωνα με την Δρα Τρυφωνίδου, τα ιστορικά γεγονότα. «Για να βοηθήσουμε στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των παιδιών και των εφήβων μπορούμε να συζητήσουμε μαζί τους την ειδησεογραφία από άρθρα πολιτικής ανάλυσης. Χρειάζεται οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να ασχοληθούμε με τα παιδιά και τους μαθητές μας, να αφιερώσουμε χρόνο. Επίσης μια καλή ιδέα είναι να συζητήσουν τα παιδιά με τους παππούδες τους πώς βίωσαν τον πόλεμο 1955-59, 1974 και τι τους βοήθησε να αντέξουν όλα αυτά που τους συνέβησαν. Έννοιες όπως ιμπεριαλισμός, επεκτατισμός, εθνικισμός είναι καλό να διδάσκονται μέσα από παραδείγματα και μαρτυρίες. Μπορούμε στο εκπαιδευτικό πλαίσιο να προτείνουμε σε μαθητές Λυκείου να κάνουν ομαδική εργασία ή πρότζεκτ για τα κοινά αίτια των πολέμων καθώς και προτάσεις ανάπτυξης επιχειρηματολογίας υπέρ της διπλωματικής οδού. Η εκπαίδευση και η μελέτη βοηθά στη γνωστική ανασυγκρότηση των μαθητών».
Να μην ξεχνάμε τη διαφορετικότητα του κάθε παιδιού
Μπορεί να υπάρχουν συμβουλές για το πώς μπορούμε να μιλήσουμε στα παιδιά για δυσάρεστες καταστάσεις που επηρεάζουν πολύ κόσμο, όπως ακριβώς ο πόλεμος, ωστόσο θα πρέπει να θυμόμαστε πάντα ότι το κάθε παιδί μπορεί ν’ αντιδράσει διαφορετικά μπροστά στα γεγονότα που παρουσιάζονται. «Σημαντικό ρόλο παίζει η προσαρμοστικότητα του παιδιού, η οικογένεια, οι φίλοι, οι σχέσεις, ο πολιτιστικός παράγοντας, κ.ά. Σαφώς υπάρχουν πολλές ατομικές διαφορές και ιδιοσυγκρασίας στο πώς αντιδρά κάθε παιδί. Ωστόσο, οφείλουμε να προωθούμε και να ενισχύουμε εκείνους τους παράγοντες και μέσα που στηρίζουν το παιδί ψυχοκοινωνικά και να διαφυλάσσουν την ψυχική του ακεραιότητα».
Η Δρ Τρυφωνίδου υπενθύμισε, επίσης, ότι στο νησί υπάρχουν ήδη αρκετά παιδιά που βίωσαν τη φρίκη του πολέμου και άφησαν πίσω μια πατρίδα, μια μάνα, ένα σπίτι, τη ρίζα τους. «Οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί με τα παιδιά που έχουν τα λιγότερα μέσα και διαθέτουν το λιγότερο υποστηρικτικό περιβάλλον, όπως στην περίπτωση των παιδιών προσφύγων-θυμάτων πολέμων και τρομοκρατίας, που έχουν χάσει έναν ή και τους δύο γονείς, αλλάζουν μονίμως περιβάλλον, δεν νιώθουν σταθερότητα και ασφάλεια, κάποια εντελώς ασυνόδευτα με κινδύνους να ελλοχεύουν και με ένα αβέβαιο μέλλον. Εκεί λοιπόν βρίσκεται και η πρόκληση των επαγγελματιών ψυχικής υγείας και κοινωνικών επιστημών. Να αξιολογήσουν τις ανάγκες των παιδιών σε μια δεδομένη στιγμή, να εντοπίσουν και να ενισχύσουν τις ήδη υπάρχουσες θετικές τους δεξιότητες, να κινητοποιήσουν τους κατάλληλους φορείς και να προστατεύσουν την ψυχική ακεραιότητα των παιδιών. Πολύ συχνά, οι δυσκολίες του παιδιού και των συνθηκών δεν μας επιτρέπουν να κινηθούμε ιδανικά, ωστόσο καλό θα ήταν να είμαστε σίγουροι ότι προσπαθούμε με όλα τα θεμιτά μέσα και ότι λειτουργούμε με γνώμονα την προστασία του παιδιού και των δικαιωμάτων του, κρατώντας μια θετική στάση αποδοχής, εμψύχωσης και ενδυνάμωσης».
Δεν είναι αρκετό να μιλά κανείς για ειρήνη
Ο απόηχος του πολέμου, της εισβολής, του κατατρεγμού έχει αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στη γενιά των σύγχρονων πατεράδων και παππούδων στο νησί μας. Έχοντας συνείδηση της αξίας της ειρήνης, εκ των πραγμάτων, θα πρέπει να στοχεύσουμε στη γαλούχηση των ορθών μηνυμάτων στα παιδιά μας.
«Ο Ρούσβελτ έλεγε: Δεν είναι αρκετό να μιλάει κανείς για την ειρήνη. Πρέπει να την πιστεύει. Και δεν είναι αρκετό να την πιστεύει. Πρέπει να δουλέψει γι’ αυτήν. Σε αυτήν τη μικρή πατρίδα ξέρουμε πόσο σημαντική είναι η ειρήνη. Ο απόηχος του πολέμου έχει αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια του στους μπαμπάδες μας και στους παππούδες μας. Χρειαζόμαστε παιδεία που να γαλουχεί τα παιδιά μας με αρετές, αξίες, να οξύνει την κριτική τους σκέψη, την αυτονομία, την πρωτοβουλία, την δημιουργικότητα. Αν αναπλαισιώσουμε θετικά το οποιοδήποτε αρνητικό γεγονός, μπορούμε να ουδετεροποιήσουμε το πρόσημό του. Με αυτόν τον τρόπο θα κινητοποιήσουμε τα παιδιά σε συλλογικές δράσεις. Κάθε δράση δημιουργεί μιαν αίσθηση αισιοδοξίας. Η αδράνεια και η τυφλή υπακοή σπρώχνει τον άνθρωπο στη μαθημένη ανημποριά, που οδηγεί στην ψυχολογική δυσλειτουργικότητα».