Αναλύσεις

Ποινικοποιείται το bullying

Η Επιτροπή Νομικών της Βουλής έχει ενώπιόν της δύο προτάσεις νόμου για ποινικοποίηση του bullying

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών έχει στα χέρια της δύο προτάσεις νόμου για ποινικοποίηση του εκφοβισμού τόσο στα σχολεία όσο και στην κοινωνία γενικότερα. Η μία κατατέθηκε από τον βουλευτή του ΑΚΕΛ, Ανδρέα Πασιουρτίδη, και σκοπό έχει την ποινικοποίηση του εκφοβισμού όχι μόνο στις σχολικές μονάδες, αλλά και σε όλες τις κοινωνικές δομές, περιλαμβανομένων του στρατού, των αθλητικών σωματείων, της οικογένειας και του χώρου εργασίας. Η δεύτερη πρόταση νόμου κατατέθηκε από την Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, Αννίτα Δημητρίου, και αφορά συγκεκριμένα τον σχολικό εκφοβισμό. Για τα δύο νομοθετήματα μίλησε στη «Σημερινή» ο Πρόεδρος της Επιτροπής Νομικών, Νίκος Τορναρίτης, τονίζοντας πως η ψήφισή τους αποτελεί προτεραιότητα για την Επιτροπή.

Πρόταση νόμου Ανδρέα Πασιουρτίδη

Στην πρόταση νόμου του βουλευτή του ΑΚΕΛ προτείνεται η προσθήκη άρθρων που θα ορίζουν τον όρο «εκφοβισμός», «παρενόχληση», «συμπεριφορά», αλλά και επιβολή ποινών για παράλειψη από πολίτη να καταγγείλει περιπτώσεις εκφοβισμού. Στην αιτιολογική του έκθεση, που συνοδεύει την πρόταση νόμου, ο κ. Πασιουρτίδης αναφέρει ότι σκοπός του νόμου είναι η ποινικοποίηση του εκφοβισμού, ο οποίος συνίσταται από σωματική ή ψυχολογική κακοποίηση και προσβολή της αξιοπρέπειας ασθενέστερων ατόμων και έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις τόσο στην Κύπρο, όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο. Το φαινόμενο αυτό, αναφέρει, «δεν περιορίζεται στις σχολικές δομές αλλά έχει παρατηρηθεί σε όλες τις ηλικίες και τις κοινωνικές δομές, περιλαμβανομένων του στρατού, των αθλητικών σωματείων, της οικογένειας και του χώρου εργασίας».

Όπως εξηγεί, τα είδη εκφοβισμού ποικίλλουν και αφορούν, μεταξύ άλλων, σωματική βία, σεξουαλική βία, απειλές, πειράγματα, κοινωνικό αποκλεισμό και ψυχολογική βία, μορφές που έχουν εξαπλωθεί και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ως εκ τούτου, παρόλο που κάποιες μορφές εκφοβισμού, όπως η σωματική ή σεξουαλική βία, αποτελούν ποινικά αδικήματα, εντούτοις δεν ποινικοποιούνται από τον Ποινικό Κώδικα ή οποιονδήποτε άλλο νόμο της Δημοκρατίας. «Η πρόληψη του εκφοβισμού στα σχολεία και στον αθλητισμό ήδη απασχόλησε σε μεγάλο βαθμό την κοινωνία και ως αποτέλεσμα έχουν πρόσφατα τεθεί σε ισχύ δύο σχετικές νομοθεσίες για την αντιμετώπισή του στους τομείς αυτούς. Η πρόληψη, όμως, δεν είναι αρκετή, για καταπολέμηση του φαινομένου αυτού απαιτείται και η ποινικοποίησή του, ώστε να αντιμετωπιστεί η νοοτροπία ατιμωρησίας που αναπτύσσεται στον θύτη και να παρασχεθεί ικανοποιητική προστασία στο θύμα», καταλήγει η έκθεση της πρότασης νόμου. Η πρόταση νόμου βρίσκεται ενώπιον της Επιτροπής Νομικών, τα μέλη της οποίας ήδη άρχισαν τη συζήτηση επί του θέματος σε προηγούμενη συνεδρία (ημερ. 11 Μαΐου).

Τι αλλάζει

Βάσει της πρότασης νόμου, ορίζεται ο όρος εκφοβισμός, ως ακολούθως: «Πρόσωπο, το οποίο επανειλημμένα προβαίνει σε συμπεριφορά που συνιστά παρενόχληση με σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας ή της υπόληψης του θύματος ή τη δημιουργία εκφοβιστικού, ταπεινωτικού, μειωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης, που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, ή σε χρηματική ποινή, που δεν υπερβαίνει τις 5.000 ευρώ, ή σε αμφότερες τις ποινές».

Σε περίπτωση που το πρόσωπο που προβαίνει στην προαναφερθείσα συμπεριφορά που συνιστά παρενόχληση είναι σε θέση ισχύος έναντι του θύματος, εάν καταδικαστεί υπόκειται σε ποινή φυλάκισης, που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη, ή σε χρηματική ποινή, που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ, ή σε αμφότερες τις ποινές.

Ακολούθως, η πρόταση νόμου ορίζει τον όρο «παρενόχληση», που σημαίνει την πρόκληση φόβου, ανησυχίας ή αγωνίας σε άλλο πρόσωπο και τον όρο «συμπεριφορά», που σημαίνει μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες πράξεις: απειλή, χρήση επιθετικών ή προσβλητικών ή μειωτικών εκφράσεων προς το θύμα ή στην παρουσία αυτού, επιθετικές ή προσβλητικές ή μειωτικές πράξεις προς το θύμα ή στην παρουσία αυτού, αλλά και οποιαδήποτε πράξη που εύλογα αναμένεται ότι θα προκαλέσει σωματική ή ψυχική βλάβη στο θύμα, περιλαμβανομένου του αυτοτραυματισμού ή ανησυχία ή αγωνία στο θύμα για την ασφάλειά του ή την ασφάλεια οποιουδήποτε άλλου προσώπου.

Ποινές για όσους δεν καταγγέλλουν

Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πρότασης νόμου, είναι ότι προβλέπει ποινές και για όσους πολίτες παραλείπουν να καταγγείλουν περιπτώσεις εκφοβισμού.

Σύμφωνα πάντα με την πρόταση, πρόσωπο το οποίο παραλείπει να καταγγείλει περίπτωση συμπεριφοράς που συνιστά παρενόχληση σε βάρος ανήλικου προσώπου ή προσώπου με σοβαρές διανοητικές ή ψυχικές ανεπάρκειες, η οποία περιέρχεται σε γνώση του, διαπράττει αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές. Κατά την επιμέτρηση της ποινής το Δικαστήριο λαμβάνει ως επιβαρυντική περίσταση το γεγονός ότι το πρόσωπο που παραλείπει να καταγγείλει ή δεν προωθεί καταγγελία, είναι εκπαιδευτικός, λειτουργός των κοινωνικών υπηρεσιών ή επαγγελματίας υγείας, όπως ψυχίατρος, ιατρός, ψυχολόγος ή άλλος επαγγελματίας με συναφείς προς το αντικείμενο δραστηριότητες. Μάλιστα, σύμφωνα με την πρόταση νόμου, δεν αποτελεί υπεράσπιση ότι τα πρόσωπα αυτά παρέλειψαν να προβούν σε καταγγελία λόγω του επαγγελματικού τους απορρήτου.

Πρόταση νόμου Αννίτας Δημητρίου

Η πρόταση νόμου που κατατέθηκε στις 12 Μαΐου 2022 στοχεύει στην ποινικοποίηση ειδικά του «σχολικού εκφοβισμού», δηλαδή της κατ’ εξακολούθησιν και με πρόθεση σκληρής και κακοποιητικής συμπεριφοράς από μαθητή που ασκεί εκφοβισμό εναντίον άλλου μαθητή σε σχολικό ή άλλο συναφή χώρο, για παράδειγμα φροντιστήριο, θερινό σχολείο κ.λπ. Ποινική ευθύνη έχει ο μαθητής, ηλικίας δεκατεσσάρων μέχρι δεκαοκτώ ετών, σύμφωνα με όσα ισχύουν στο ποινικό σύστημα της Κύπρου όσον αφορά την ποινική ευθύνη ανηλίκου. Ποινική ευθύνη θα έχει και ο «μαθητής θεατής», καθώς και το πρόσωπο ηλικίας μέχρι είκοσι ενός ετών για ανάλογη πράξη που διέπραξε πριν από τη συμπλήρωση της ηλικίας των δεκαοκτώ ετών, αφού στην πράξη, λόγω της ηλικίας του μαθητή θα εφαρμόζεται ο νόμος που ψηφίστηκε πρόσφατα για τη φιλική δικαιοσύνη στα παιδιά, δηλαδή ο περί Παιδιών σε Σύγκρουση με τον Νόμο, Νόμος του 2021.

Τι αλλάζει

Απώτερος στόχος της πρότασης νόμου είναι η πρόληψη τέτοιων φαινομένων μέσα από τη θέσπιση κατασταλτικών αλλά και αναμορφωτικών μέτρων για τον μαθητή που ασκεί εκφοβισμό. Σημειώνεται ότι η σύγχρονη διεθνής ορολογία δεν ευνοεί τη χρήση των όρων «θύμα» και «δράστης», καθώς πρόκειται για ανήλικα άτομα. Η πράξη που εμπεριέχεται στον ορισμό «του σχολικού εκφοβισμού» θα τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι δώδεκα μηνών ή με χρηματική ποινή μέχρι 2.000 ευρώ ή και με τις δύο ποινές μαζί.

Μετά την πρόσφατη ψήφιση του νομοθετικού πλαισίου για δικαιοσύνη φιλική προς τα παιδιά, οι υποθέσεις ανηλίκων και οι υποθέσεις σχολικού εκφοβισμού θα εκδικάζονται από τα δικαστήρια παιδιών που έχουν συγκροτηθεί από ένα σε κάθε επαρχία. Τα εν λόγω δικαστήρια έχουν την εξουσία να επιβάλλουν άλλα μέτρα και ποινές που συνάδουν με την ηλικία των μαθητών, καθώς και αναμορφωτικά μέτρα, τα οποία κρίνεται ότι πρέπει να επιβάλλονται σε τέτοιες περιπτώσεις αντί ποινής φυλάκισης.

Άμεσα προς ψήφιση στην Ολομέλεια

Μιλώντας στη «Σ» ο πρόεδρος της Επιτροπής Νομικών της Βουλής, εξήγησε ότι στόχος μέσα από την ποινικοποίηση του εκφοβισμού είναι «να σταλεί το μήνυμα στην κοινωνία ότι τέτοιες συμπεριφορές δεν μπορούν να γίνονται πλέον ανεκτές. Καθώς επίσης να γνωρίζουν και οι ίδιοι οι θύτες ότι οι πράξεις τους θα επιφέρουν και συγκεκριμένες σοβαρές συνέπειες, όπως είναι το χρηματικό πρόστιμο ή ακόμη και φυλάκιση». Ανέφερε επίσης πως την προηγουμένη εβδομάδα ξεκίνησε η συζήτηση της πρότασης νόμου του κ. Πασιουρτίδη επί της αρχής στην Επιτροπή, όπου εκεί κλήθηκαν οι διάφοροι φορείς και τα ενδιαφερόμενα μέρη να εκφράσουν τις απόψεις και τους προβληματισμούς τους επί του θέματος με σκοπό τον εμπλουτισμό της πρότασης νόμου. Ερωτηθείς σχετικά ο κ. Τορναρίτης εξήγησε πως οι δυο αυτές προτάσεις νόμου αποσκοπούν στον ίδιο στόχο και κατά συνέπειαν θα συζητηθούν και οι δυο μαζί.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής ανέφερε πως «το bullying γενικότερα είναι μια μάστιγα που ταλαιπωρεί πολλούς συνανθρώπους μας και έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις τα τελευταία χρόνια». Υπενθύμισε ότι «και στον τόπο μας είχαμε θύματα από τέτοιες εκφοβιστικές συμπεριφορές, όπου εκεί παρατηρούμε ότι οι αρνητικές συνέπειες τέτοιων συμπεριφορών δεν περιορίζονται μόνο στα θύματα αλλά επεκτείνονται και στους οικείους των θυμάτων. Το bullying σήμερα έχει πάρει διάφορες μορφές, οι οποίες είναι πολύ πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν και να καταπολεμηθούν, όπως είναι για παράδειγμα o διαδικτυακός εκφοβισμός (cyber bullying). Μια μορφή εκφοβισμού, η οποία λόγω και της μαζικής χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης σήμερα, καθιστά τον καθένα και την καθεμιά από εμάς δυνητικά θύματα τέτοιων συμπεριφορών από αγνώστους».

«Ως Επιτροπή Νομικών, και θεωρώ πως εκφράζω όλα τα μέλη της Επιτροπής, θα είμαστε αμείλικτοι σε τέτοιου είδους συμπεριφορές και είμαστε αποφασισμένοι να ενισχύσουμε το νομοθετικό πλαίσιο και να κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας, ώστε αυτές οι προτάσεις νόμου να προωθηθούν άμεσα για ψήφιση στην Ολομέλεια του Σώματος. Στέλνοντας έτσι ηχηρό το μήνυμα τόσο προς τους θύτες, ότι ο εκφοβισμός δεν θα γίνει πλέον ανεκτός, όσο και προς τα θύματα, ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων βρίσκεται έμπρακτα δίπλα τους», δήλωσε καταληκτικά.

Υψηλά ποσοστά εκφοβισμού στα σχολεία μας

Έρευνες που έγιναν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αναφέρουν ότι στην Κύπρο καταγράφονται από τα πιο υψηλά ποσοστά σχολικής βίας. Σε πρόσφατη έρευνα στο νησί μας (2020), βρέθηκε ότι σε δείγμα 900 εφήβων (11-15 ετών), το 14,1% ανέφεραν ότι εκφόβισαν άλλο άτομο, ενώ 22,2% ανέφεραν ότι υπέστησαν εκφοβισμό. Το ποσοστό αυτό φαίνεται να αυξήθηκε σε διάστημα δέκα ετών -από το 2010 δηλαδή- από προηγούμενη επίσημη έρευνα όπου καταγράφηκε ότι το 9,4% των μαθητών/μαθητριών ενεπλάκησαν σε σχολική βία ως θύτες και 11,3% ως θύματα. Δύο διαχρονικές έρευνες με δείγματα Κυπρίων εφήβων (ηλικίας 11-14), που ξεπερνούσαν τα 1000 άτομα, βρήκαν τρεις υπο-ομάδες παιδιών που εμπλέκονται σε σχολικό εκφοβισμό: 6,4%-6,5% ως θύτες, 10,6%-15,3% ως θύματα, και 8,7%-10% ως θύτες-θύματα. Διαχρονικές έρευνες από το Εργαστήριο Αναπτυξιακής Ψυχοπαθολογίας στον κυπριακό πληθυσμό αναφέρουν ότι το ποσοστό σχολικής βίας αυξήθηκε τουλάχιστον 5 ποσοστιαίες μονάδες σε διάστημα δέκα ετών. Επομένως φαίνεται ότι υπάρχει μία αύξηση στα ποσοστά μαθητών που εμπλέκονται σε σχολική βία, κάτι που επισημαίνει την ανάγκη περαιτέρω έρευνας. Αυτά τα ευρήματα υπογραμμίζουν την άμεση ανάγκη ανάπτυξης αποτελεσματικών προληπτικών και θεραπευτικών προγραμμάτων.