Αναλύσεις

Κάλυψη χρηματοδοτικών αναγκών

Η διασφάλιση των χρηματοδοτικών αναγκών μιας επιχείρησης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες επιβίωσης και ανάπτυξής της

Με τις ανακοινώσεις των Κεντρικών Τραπεζών για τις αυξήσεις των επιτοκίων έχει ξεκινήσει η συζήτηση εντός του επιχειρηματικού κόσμου αλλά και ευρύτερα της κοινωνίας, εφόσον πολλοί είναι αυτοί που έχουν συνάψει στεγαστικά/προσωπικά δάνεια, για το πώς θα επηρεαστούν οι δόσεις τους και γενικά ο επιχειρηματικός/οικογενειακός προϋπολογισμός.

Τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης και οι μειώσεις των επιτοκίων αποτελούν έκτακτα μέτρα τόνωσης της ρευστότητας και των οικονομιών. Στην προκειμένη περίπτωση κράτησαν πέραν από δεκαετία, οπότε οι περισσότεροι δανειολήπτες που προχωρούσαν σε σύναψη δανειακών συμβάσεων τα τελευταία χρόνια, ενδεχομένως να είχαν αξιολογήσει τον κίνδυνο αύξησης του κόστους δανεισμού.

Η διασφάλιση των χρηματοδοτικών αναγκών μιας επιχείρησης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες επιβίωσης και ανάπτυξής της. Μια επιχείρηση, ως ζωντανός οργανισμός, πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζεται στο επιχειρησιακό και οικονομικό περιβάλλον στο οποίο λειτουργεί.

Πέραν από τα ζητήματα μόχλευσης και δανεισμού, υπάρχουν πολλά ζητήματα που πρέπει να αξιολογούν οι επιχειρήσεις, όπως η διαχείριση των πιστωτών, του κόστους, των αποθεμάτων και των ταμειακών ροών. Υπάρχουν περιπτώσεις εταιρειών που, ενώ παρουσίαζαν κέρδη, ήταν μη βιώσιμες, λόγω χαμηλής ρευστότητας, εφόσον η κερδοφορία δεν μεταφραζόταν σε ταμειακές εισροές.

Υπάρχουν τα σταθερά - ανελαστικά έξοδα, τα οποία είναι σημαντικό να είναι όσο το δυνατό μικρότερα, φυσικά αυτό εξαρτάται από το είδος της επιχείρησης και τα μεταβαλλόμενα τα οποία αυξομειώνονται ανάλογα με τον κύκλο εργασιών.

Η χρήση τεχνολογικά αναβαθμισμένων μεθόδων, από τη μια, απαιτεί σημαντική επένδυση σε εξοπλισμό και ανθρώπινο δυναμικό, από την άλλη, δίνει τη δυνατότητα λειτουργίας της επιχείρησης με πιο αποδοτικό τρόπο, αυξάνοντας το περιθώριο κέρδους.

Είναι σημαντικό, δηλαδή, να γίνεται σωστή διαχείριση των διαθέσιμων πόρων και συνεχής προσπάθεια μεγιστοποίησής τους μέσα από την αύξηση των πωλήσεων αλλά και του περιθωρίου κέρδους, είτε μέσα από αυξήσεις τιμών, είτε μέσα από τη μείωση του κόστους.

Τα μοντέλα καθορισμού τιμών που πρέπει να υιοθετούν οι επιχειρήσεις είναι απαραίτητο να είναι δυναμικά, ειδικά μέσα στο σημερινό περιβάλλον με τις συνεχείς μεταβολές του πληθωρισμού. Αδυναμία σωστής κοστολόγησης ή τιμολόγησης μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλα προβλήματα, «σιωπηρά» πολλές φορές, εφόσον ο κύκλος εργασιών παραμένει σταθερός.

Η δανειοδότηση

Η χρηματοδότηση των αναγκών των επιχειρήσεων μπορεί να επιτευχθεί από τα οργανικά κέρδη τα οποία έχουν συσσωρευτεί τις καλές χρονιές και δεν έχουν ξοδευτεί σε αχρείαστες δαπάνες, μέσα από δανεισμό, τραπεζικό ή με την έκδοση ομολόγων, και από την προσέλκυση επενδυτών, γεγονός το οποίο οδηγεί στην απώλεια ελέγχου από τους υφιστάμενους μετόχους.

Το ζητούμενο είναι, αν αξιολογείται σωστά η ρευστοτική θέση μιας επιχείρησης, το γενικότερο οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον και οι κίνδυνοι που υπάρχουν. Για παράδειγμα, στο παρελθόν έχουμε δει περιπτώσεις εταιρειών ανάπτυξης γης, μόλις τελειώσουν ένα έργο να δεσμεύουν τα ρευστά διαθέσιμά τους σε νέα οικόπεδα/χωράφια χωρίς να αξιολογούν την κερδοφορία της επένδυσης και τον χρόνο που απαιτείται για να αποδώσει. Ως εκ τούτου, αντιμετώπιζαν προβλήματα με το κεφάλαιο κίνησης, δημιουργώντας προβλήματα στην καθημερινή επιχειρηματική λειτουργία.

Πολλά τα παραδείγματα εταιρειών που δανείστηκαν ποσά τα οποία δύσκολα θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν. Άλλωστε, πριν από μια δεκαετία, βασική παράμετρος για να πάρει κάποιος δάνειο ήταν η αξία των εξασφαλίσεων. Επιπλέον, πολλοί οργανισμοί απέτυχαν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα της αγοράς και, υπό την πίεση του υψηλού δανεισμού, οδηγήθηκαν στο κλείσιμο.

Για τη σύναψη δανείου, ο δανειολήπτης θα πρέπει να αποδείξει δυνατότητα αποπληρωμής και να συμπληρώσει με λεπτομέρεια το έντυπο που αφορά τα εισοδήματα και τα αναμενόμενα έξοδα της οικογένειάς του ή να προσκομίσει ολοκληρωμένο επιχειρηματικό πλάνο (όταν αναφερόμαστε σε επιχειρήσεις).

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η δανειοδότηση δεν μπορεί να αφορά το σύνολο της επένδυσης ή της αξίας αγοράς κατοικίας και ο δανειολήπτης θα πρέπει να καταβάλει και να έχει διαθέσιμο περίπου το 20% με 30% σε ίδια κεφάλαια.

Η παραχώρηση δανεισμού γίνεται μόνον εάν αποδειχθεί ότι η δόση του δανείου δεν αποτελεί σημαντικό μέρος του αναμενόμενου καθαρού εισοδήματος ή κέρδους. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η διαδικασία συλλογής των δικαιολογητικών που απαιτούνται θα μπορούσε να απλοποιηθεί, ώστε να μην δημιουργούνται αχρείαστες καθυστερήσεις. Επιπλέον, η αξιολόγηση της δυνατότητας αποπληρωμής γίνεται με βάση το συνολικό πιστωτικό προφίλ του δανειολήπτη και όχι το συγκεκριμένο ακίνητο ή το συγκεκριμένο έργο.

Σημειώνεται ότι οι επιχειρήσεις θα έχουν υποχρέωση όπως υποθηκεύουν ως εξασφάλιση του δανείου οποιαδήποτε άλλη μη υποθηκευμένη ακίνητη ιδιοκτησία ή άλλα περιουσιακά στοιχεία διαθέτουν, οπότε οι αξίες των ακινήτων και ειδικά αυτή της ρευστοποίησης είναι από τα κύρια κριτήρια που εξετάζονται.

Ζητήματα όπως η οργανωτική δομή, το επιχειρηματικό σχέδιο, η ανάλυση των εξόδων και το μίγμα των μηχανισμών χρηματοδότησης πρέπει να προσέχονται ιδιαίτερα στην περίπτωση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, ειδικά όταν αναφερόμαστε σε νέες σχετικά επιχειρήσεις. Η αναγκαιότητα για συνεχή εξέλιξη των επιχειρηματικών οργανισμών και η λήψη διορθωτικών μέτρων όταν οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται, είναι επιβεβλημένες.

Η διασφάλιση της χρηματοδότησης μιας επιχείρησης είναι απαραίτητο στοιχείο για την επιβίωσή της. Η στήριξη μέσω δανεισμού στις εποχές που υπάρχουν ελλείμματα, λόγω κρίσης, είναι θεμιτή για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, αλλά η επιχείρηση πρέπει να αναδιοργανωθεί μέσα στο οικονομικό περιβάλλον που δραστηριοποιείται και να διασφαλίσει την επιβίωσή της.

Γίνεται αντιληπτόν ότι εταιρείες με υγιή ισολογισμό και ιδιώτες με καλό πιστωτικό προφίλ μπορούν να προχωρήσουν στην εξασφάλιση δανεισμού πολύ πιο εύκολα, και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε περιόδους κρίσεων.

Επισημαίνεται ότι ο υψηλός δανεισμός των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, είτε αυτά τα ποσά οφείλονται σε τραπεζικά ιδρύματα, είτε σε εταιρείες εξαγοράς και διαχείρισης χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων (μπορεί να έχουν πέσει σημαντικά οι δείκτες των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι λύθηκαν τα προβλήματα των δανειοληπτών), συνεχίζει να περιορίζει το διαθέσιμο οικογενειακό εισόδημα και τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, εφόσον τα συγκεκριμένα δάνεια πρέπει να εξυπηρετηθούν. Την ίδια στιγμή, κάνουν δύσκολη τη χορήγηση νέων δανείων, εφόσον πολύ δύσκολα ένας δανειολήπτης με υψηλό ποσοστό μόχλευσης μπορεί να αποδείξει τη δυνατότητα αποπληρωμής νέου δανεισμού.

Είναι ενδεχομένως η ώρα να επαναξιολογηθούν οι επιχειρηματικοί και οικογενειακοί προϋπολογισμοί, να αξιολογηθούν οι προτεραιότητες και οι κίνδυνοι, ώστε να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία των επιχειρήσεων και η ποιότητα ζωής των πολιτών. Οι αυξήσεις των επιτοκίων αναμένεται να αυξήσουν τις δόσεις, όμως είναι και άλλοι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη στην επαναξιολόγηση, όπως ο πληθωρισμός, η αγορά εργασίας και γενικότερα η πορεία της οικονομίας.