Αναλύσεις

Το νομικό πλαίσιο για το «ομοφοβικό παραλήρημα» και οι ποινές

Πέρα από την οριοθέτηση του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης, έχει αναπτυχθεί διεθνώς και ένα νομικό πλαίσιο που παρέχει απευθείας προστασία από τη ρητορική η οποία διαδίδει, καλλιεργεί ή προάγει τη μισαλλοδοξία κατά συγκεκριμένων ομάδων προσώπων

Ο διαχωρισμός της ελευθερίας έκφρασης και της ρητορικής μίσους με τους περιορισμούς και τις αμφισβητήσεις είναι ένα πεδίο έντονου και διαρκούς προβληματισμού. Το συγκεκριμένο ζήτημα ήλθε στο προσκήνιο μετά το ομοφοβικό παραλήρημα υπαξιωματικού της Εθνικής Φρουράς, ο οποίος αναρτούσε βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με ρατσιστικό λόγο. Την ίδια ώρα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας χαρακτήρισαν τη συγκεκριμένη πράξη ως ρητορική μίσους, τονίζοντας ότι, σύμφωνα με τον νόμο, απαγορεύεται η ρητορική μίσους σε δημόσιο λόγο που να προτρέπει άτομα είτε να μισούν είτε να ασκούν βία.

 

Η υπόθεση και η καταγγελία

Η υπόθεση βγήκε στο φως μετά τις καταγγελίες της Accept -LGBTI Cyprus ότι υπαξιωματικός της Εθνικής Φρουράς αναρτούσε βίντεο στο Tik Tok με ομοφοβικό περιεχόμενο.

Μεταξύ άλλων, σε ένα από τα βίντεο ο υπαξιωματικός ακούγεται να λέει «αν είχα έτσι γιο έπαιζά τον εχτές». Η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα προχώρησε σε καταγγελία στο Υπουργείο Άμυνας, αναφέροντας ότι ο συγκεκριμένος υπαξιωματικός προβαίνει σε οχετό ακραίου μίσους και εξευτελισμού της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρουν στην καταγγελία τους, «το βίντεο αυτό αποτελεί τρανταχτή απόδειξη της ανάγκης που υπάρχει για μια πιο αποτελεσματική νομοθεσία για τη ρητορική μίσους, αλλά και για ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση της κοινωνίας στα ΛΟΑΤΚΙ θέματα, μέσω της Παιδείας».

Το Γενικό Επιτελείο της Εθνικής Φρουράς ανέλαβε τη διερεύνηση του περιστατικού, με τον λογαριασμό στο Tik Tok να μην είναι πλέον προσβάσιμος.

Ο φάκελος της υπόθεσης στάλθηκε την περασμένη Τρίτη (24/1) στη Νομική Υπηρεσία για μελέτη και οδηγίες.

Εναντίον του υπαξιωματικού προκύπτουν ποινικά αδικήματα που άπτονται της νομοθεσίας για ομοφοβία, ξενοφοβία και ρατσισμό μέσω διαδικτύου, η οποία προνοεί μέχρι και πέντε χρόνια φυλάκιση.

Στο μεταξύ, ο συγκεκριμένος υπαξιωματικός της Εθνικής Φρουράς συνεχίζει να υπηρετεί κανονικά τα καθήκοντά του.

Από την ελευθερία έκφρασης στη ρητορική μίσους

Ο διαχωρισμός της ελευθερίας του λόγου και της ρητορικής μίσους είναι υψίστης σημασίας. Πολλές φορές έτυχε να αναρωτηθούμε πότε η ελευθερία της έκφρασης απολήγει σε ρητορική μίσους και πότε η ελευθερία έκφρασης δύναται να περιορίζεται για την προάσπιση της Ανθρώπινης Αξιοπρέπειας.

Το γεγονός ότι έχουν αλλάξει τα μέσα έκφρασης και πως αυτή πραγματοποιείται, σε μεγάλο βαθμό, μέσα από πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης ή το διαδίκτυο γενικότερα αποτελεί για μερίδα πολιτών ένα είδος ελευθερίας αλλά και ένα «άλλοθι» για την υποκίνηση μίσους και βίας.

Το συγκεκριμένο ζήτημα ήλθε στο προσκήνιο μετά το ομοφοβικό παραλήρημα υπαξιωματικού της Εθνικής Φρουράς, ο οποίος αναρτούσε βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με ρατσιστικό λόγο

Φαινόμενα ρητορικής μίσους παρατηρούνται συχνά και στην Κύπρο. Το γεγονός αυτό προκύπτει μέσα και από τον αριθμό και τη φύση καταγγελιών που υποβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια στην Επίτροπο Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και αφορούσαν περιστατικά ρατσιστικής και ξενοφοβικής ρητορικής. Τα περισσότερα, μάλιστα, από αυτά αφορούσαν σε ρητορική που εκφράστηκε δημόσια στο διαδίκτυο είτε σε δημοσιεύματα είτε σε σχόλια αναγνωστών δημοσιευμάτων είτε σε αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

H Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρία Στυλιανού Λοττίδη, αναφέρει ότι, πέρα από την οριοθέτηση του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης, έχει αναπτυχθεί διεθνώς και ένα νομικό πλαίσιο, που παρέχει απευθείας προστασία από τη ρητορική η οποία διαδίδει, καλλιεργεί ή προάγει τη μισαλλοδοξία κατά συγκεκριμένων ομάδων προσώπων.

Όπως εξήγησε, διατάξεις που απαγορεύουν τη ρητορική μίσους περιλαμβάνονται και στο εθνικό μας δίκαιο, κυρίως στο πλαίσιο εναρμόνισής του με διεθνή νομικά κείμενα. Συγκεκριμένα:

- Το Άρθρο 51Α του Ποινικού Κώδικα (κεφ. 154), στο οποίο προβλέπεται ότι: «Όποιος δημόσια ή με οποιονδήποτε τρόπο και σε οποιαδήποτε μορφή… καλλιεργεί τη διαμόρφωση του κλίματος της μισαλλοδοξίας, είναι ένοχος πλημμελήματος και τιμωρείται με φυλάκιση δώδεκα μηνών ή με χρηματική ποινή χιλίων λιρών ή και με τις δύο αυτές ποινές».

- Ο Νόμος 11(ΙΙΙ)/92, ο οποίος τροποποίησε τον Νόμο με τον οποίο η Κύπρος κύρωσε τη Σύμβαση των Η.Ε. για την Εξάλειψη Κάθε Μορφής Φυλετικής Διάκρισης. Συγκεκριμένα, το άρθρο 2Α(3) του εν λόγω (τροποποιητικού) Νόμου προνοεί ότι: «Κάθε πρόσωπο το οποίο δημόσια, είτε προφορικά είτε διά του Τύπου... ή με  οποιονδήποτε άλλο τρόπο, εκφράζει ιδέες προσβλητικές κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων λόγω της φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής τους... είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση… ή σε χρηματική ποινή… ή και τις δύο ποινές».

- Ο Νόμος 26(III)/2004, με τον οποίο η Κύπρος κύρωσε το Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Σύμβασης του ΣτΕ κατά του Εγκλήματος μέσω του Διαδικτύου, αναφορικά με την Ποινικοποίηση Πράξεων Ρατσιστικής και Ξενοφοβικής Φύσης που Διαπράττονται μέσω Συστημάτων Ηλεκτρονικών Υπολογιστών.

Επισημαίνει ότι ο συγκεκριμένος Νόμος παρέχει ειδικότερα προστασία από ρατσιστικό και ξενοφοβικό δημόσιο λόγο που εκφέρεται μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών, και ορίζει, ως «ρατσιστικό και ξενοφοβικό υλικό»: «οποιοδήποτε γραπτό υλικό, οποιαδήποτε εικόνα ή οποιαδήποτε άλλη αναπαράσταση ιδεών ή θεωριών, που συνηγορεί ή υποκινεί μίσος, διάκριση ή βία, ενάντια σε οποιοδήποτε άτομο ή ομάδα ατόμων, λόγω της φυλής, του χρώματος, της καταγωγής ή της εθνικής ή εθνοτικής προέλευσης καθώς και θρησκείας, αν χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για οποιονδήποτε από τους παράγοντες αυτούς».

Επίσης, οι διατάξεις του Νόμου ορίζουν, ως ποινικά αδικήματα, με πρόνοια τη φυλάκιση ή/και χρηματική ποινή, συγκεκριμένες ενέργειες που γίνονται μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών, όπως: τη διάδοση ρατσιστικού και ξενοφοβικού υλικού, τη διατύπωση απειλών βασισμένων σε ρατσισμό και ξενοφοβία, και την εξύβριση άλλων προσώπων βασισμένη σε ρατσισμό και ξενοφοβία.

- Ο Νόμος 134(I)/2011 για την Καταπολέμηση Ορισμένων Μορφών και Εκδηλώσεων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας, μέσω του Ποινικού Δικαίου, ο οποίος τέθηκε σε εφαρμογή για σκοπούς εναρμόνισης με σχετική Απόφαση-Πλαίσιο της ΕΕ.

Ο εν λόγω Νόμος ορίζει ως «ένοχο αδικήματος» οποιοδήποτε: «πρόσωπο, το οποίο εκ προθέσεως, δημόσια διαδίδει και δημόσια υποκινεί βία ή μίσος που στρέφεται κατά ομάδας προσώπων ή μέλους ομάδας προσώπων που προσδιορίζεται βάσει της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, κατά τρόπο που διαταράσσει τη δημόσια τάξη ή που έχει απειλητικό, υβριστικό ή προσβλητικό χαρακτήρα...».

Για τη ρητορική μίσους εναντίον ΛΟΑΤΚΙ η κυρία Λοττίδη ανέφερε ότι σε εθνικό επίπεδο, το άρθρο 99Α του Ποινικού Κώδικα ποινικοποιεί την υποκίνηση βίας ή μίσους λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου.

Συγκεκριμένα ορίζει ότι: «Πρόσωπο το οποίο εκ προθέσεως, δημόσια και κατά τρόπο που έχει απειλητικό ή υβριστικό ή προσβλητικό χαρακτήρα προτρέπει σε ή υποκινεί, προφορικά ή διά του Τύπου ή µε γραπτά κείμενα ή εικονογραφήσεις ή µε οποιονδήποτε άλλο τρόπο, βία ή µίσος που στρέφεται κατά ομάδας προσώπων ή µέλους ομάδας προσώπων που προσδιορίζονται βάσει του γενετήσιου προσανατολισμού τους ή της ταυτότητας φύλου τους, είναι ένοχο αδικήματος...».