Ναυτική Βάση εν όψει με φόντο… τον «εφιάλτη» του παρελθόντος
Νέες σκέψεις και προθέσεις σε συνεννόηση με Γάλλους και η προσδοκία εμπλοκής Ισραηλινών και Αιγυπτίων - Γιατί δεν κατασκευάστηκε επί Κληρίδη, γιατί μπλόκαρε προ διετίας, ποιες οι νέες προοπτικές, η διαφορά του Δόγματος με τις περιφερειακές συνεργασίες και οι ενστάσεις των Βρετανών
Επανέρχεται στο προσκήνιο η δημιουργία Ναυτικής Βάσης στο Μαρί. Οι σκέψεις αυτές γίνονται από τη νέα Κυβέρνηση, με τον Πρόεδρο να είναι επί τούτου θετικός. Το θέμα είχε εγερθεί και επί Κυβέρνησης Αναστασιάδη, όμως σκόνταψε πάνω στα οικονομικά προβλήματα που είχε προκαλέσει ο κορωνοϊός, αλλά και σε άλλες πολιτικές σκοπιμότητες, που σχετίζονται με τις εξευμενιστικές αντιλήψεις ημετέρων, καθώς και με τους Βρετανούς και τα δικά τους συμφέροντα. Και αυτό παρότι η Κύπρος, με βάση την ΑΟΖ της, είναι έντεκα φορές μεγαλύτερη στη θάλασσα απ’ ό,τι στην ξηρά. Εκεί, δηλαδή στη θάλασσα, βρίσκεται ο πλούτος της, όπως είναι το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, καθώς και το υδρογόνο, που συνιστά καθαρή μορφή ενέργειας.
Μπορεί η Ναυτική Βάση να ενταχθεί στην πρακτική της Στρατηγικής Πυξίδας;
Αναβαθμίζεται ο γεωστρατηγικός ρόλος της Κύπρου και γιατί;
Το άλλοθι των Αθηνών, το κόστος και η επένδυση
Τα πλεονεκτήματα
Ήδη έχουν γίνει πρώτες συζητήσεις με τους Γάλλους, οι οποίοι θα ήθελαν μια τέτοια Βάση για τον ελλιμενισμό δικών τους πλοίων στην περιοχή μας, αλλά, όπως υποστηρίζουν, το κόστος κατασκευής θα πρέπει να ανήκει στην Κυπριακή Δημοκρατία. Το ερώτημα είναι εάν μια τέτοια Βάση θα είναι χαμένα χρήματα υπό την έννοια ότι η Κύπρος δεν διαθέτει, εκτός των άλλων, ναυτικό, ή εάν θα είναι γεωπολιτική ή ακόμη και οικονομική επένδυση, που θα δημιουργήσει συνθήκες ασφαλείας. Η κατασκευή μιας τέτοιας Ναυτικής Βάσης στο Μαρί θα έχει μεν αρχικό οικονομικό κόστος, αλλά θα προσφέρει στην Κύπρο μια σειρά πλεονεκτημάτων, όπως τα εξής:
- Αναβάθμιση του γεωπολιτικού και γεωστρατηγικού ρόλου της Κύπρου στην περιοχή και στην ΕΕ, υπό την έννοια ότι η απόφαση αυτή θα είναι ενταγμένη στην εξής στρατηγική: Α) Ελλιμενισμό πλοίων της Γαλλίας, η οποία θέλει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην περιοχή, και άλλων χωρών της ΕΕ, καθώς και του Ισραήλ και της Αιγύπτου ή και πλοίων άλλων κρατών που θα πλέουν στην περιοχή. Β) Την προβολή συγκροτημένης πολιτικής για την ένταξη της Ναυτικής Βάσης στο Μαρί στη πρακτική εφαρμογή της Στρατηγικής Πυξίδας της ΕΕ στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, που μπορεί να εμπλέξει και κράτη μέλη της ΕΕ, όπως είναι η Ελλάδα, η Γαλλία και η Ιταλία, καθώς και άλλα τρίτα κράτη, όπως η Αίγυπτος και το Ισραήλ. Η Ναυτική Βάση της Κύπρου μπορεί να αποτελέσει το μακρύ χέρι των χωρών αυτών και δη της ΕΕ στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
- Αναβάθμιση της αποτροπής και ενίσχυση των συνθηκών για διμερείς ή πολυμερείς συνεργασίες, που θα ήταν δυνατό να εξελιχθούν σε συμμαχίες. Υπό αυτές τις συνθήκες, δημιουργούνται προϋποθέσεις για την ανάσχεση της θαλάσσιας επικράτησης της Γαλάζιας Πατρίδας και του ελέγχου από μέρους της Άγκυρας των θαλάσσιων οδών και της μετατροπής της Κύπρου σε δικό της προτεκτοράτο.
- Απόκτηση εμπειριών και ναυτοσύνης, στην οποία η Κύπρος μειονεκτεί, εφόσον δεν διαθέτει Πολεμικό Στόλο.
Υποδομές και το άλλοθι…
Επί τη βάσει μιας τέτοιας στρατηγικής προσέγγισης, θα ήταν δυνατή η δημιουργία μιας Κεντρικής Διοίκησης Ανατολικής Μεσογείου με Κέντρο την Κύπρο, ανήκουσας στην ΕΕ και στις συμμαχικές στην περιοχή δυνάμεις. Διότι, με την κατασκευή μιας Ναυτικής Βάσης στο Μαρί δημιουργούνται:
Α) Υποδομές Υποστήριξης τεχνικού και εφοδιαστικού χαρακτήρα με αποθήκες και συνεργεία για αποκατάσταση βλαβών και συντήρησης. Β) Εγκαταστάσεις για υποδοχή ξένων πλοίων και των πληρωμάτων τους για ξεκούραση. Γ) Υποδομές Υποδοχής πλοίων ώς του επιπέδου της φρεγάδας. Υπό αυτές, δε, τις συνθήκες: Πρώτο, αυξάνονται οι δυνατότητες ναυτικών ασκήσεων πέριξ της Κύπρου με την αποστολή των ανάλογων μηνυμάτων εκεί που πρέπει. Δεύτερο, στρατηγική σύνδεση της Κύπρου με το «chokepoint» του Σουέζ. Τρίτο, η Ελλάδα δεν θα έχει, πλέον, το όποιο άλλοθι ότι τα πολεμικά της πλοία δεν μπορούν να φτάσουν στην Κύπρο λόγω έλλειψης στρατιωτικών ναυτικών εγκαταστάσεων. Βεβαίως, ορθώς μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι και η Βάση Ανδρέας Παπανδρέου υπάρχει, αλλά η Αθήνα είναι απούσα. Γι’ αυτό, επισημαίνουμε ότι είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης και λήψης στρατηγικών αποφάσεων, που αφορούν εκτός των άλλων και το Δόγμα, το οποίο επί του παρόντος δεν εφαρμόζεται. Γιατί; Διότι υιοθετείται η πολιτική του εξευμενισμού αντί η στρατηγική της αποτροπής. Άρα, όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά κυρίως ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης θα πρέπει να αποφασίσει ποια στρατηγική θα υιοθετήσει. Και ποιοι θα είναι οι σύμμαχοί του και σε ποιο βαθμό; Εάν θα συνεχίσει την πολιτική του εξευμενισμού ή της αποτροπής και του όποιου κόστους στον εισβολέα.
Δόγμα και casus belli
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί το εξής: Είναι άλλο πράγμα το στρατηγικό Δόγμα με την Ελλάδα, που στηρίζεται στο casus belli, και άλλο οι περιφερειακές στρατιωτικές συνεργασίες. Χωρίς το casus belli, που σημαίνει ότι εάν η Τουρκία επιτεθεί στην Κύπρο αυτόματα είναι ως να κηρύττει και πόλεμο κατά της Ελλάδας, δεν υπάρχει Δόγμα. Άρα: 1) Η Ναυτική όπως και η Αεροπορική Βάση Ανδρέας Παπανδρέου είναι απαραίτητες στρατηγικές υποδομές για την εφαρμογή του Δόγματος στην πράξη, το οποίο, όμως, δεν υπάρχει επί του παρόντος. 2) Είναι άλλο πράγμα το Δόγμα και άλλο οι περιφερειακές συνεργασίες, που μπορούν να αναπτυχθούν μέσω μιας Ναυτικής Βάσης και δεν είναι ενταγμένες στην πρακτική εφαρμογή του Δόγματος. Για να προκύψει Δόγμα θα πρέπει να υπογραφούν αμυντικές συμμαχίες που να υιοθετούν την αρχή ότι: Η επίθεση σε βάρος του ενός σημαίνει και επίθεση σε βάρος των υπόλοιπων συμβαλλομένων μερών. Κάτι τέτοιο δεν υπάρχει επί του παρόντος.
Το οικονομικό κόστος και η επένδυση
Ως προς το οικονομικό κόστος, θα πρέπει να επισημανθούν τα εξής: Κάθε κυρίαρχο κράτος, για να μπορεί να είναι τέτοιο, θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προσφέρει εσωτερική ασφάλεια, καθώς και εξωτερική, δηλαδή να μπορεί να υπερασπίζεται τον αέρα, την ξηρά και τη θάλασσα. Έτσι προστατεύει τους πολίτες του. Είτε μόνο του είτε μέσω συμμαχιών. Συνεπώς, η ασφάλεια και η δημιουργία συνθηκών για συμμαχίες δεν αποτελεί χάσιμο χρημάτων, αλλά επένδυση. Προσφέρει ασφάλεια, αξιοπιστία και κύρος σε εσωτερικό και διεθνές επίπεδο. Και επειδή περί επένδυσης ο λόγος, θα πρέπει η Ναυτική Βάση να ιδωθεί: Α) Ως ένας αναπτυξιακός σχεδιασμός εσόδων για αυτοσυντήρηση από τα όποια ξένα πλοία για οποιαδήποτε λόγο θα ναυλοχούνται εκεί, αλλά και από τα χρήματα που θα αφήνουν στη γύρω περιοχή τα πληρώματά τους. Αυτό μπορεί να ισχύσει εάν η Βάση θα είναι ενταγμένη σε συγκεκριμένο στρατηγικό σχεδιασμό και δεν θα συνιστά άλλο ένα δαπανηρό, από κάθε άποψη, πυροτέχνημα. Β) Ως ενίσχυση του συστήματος ασφάλειας μιας περιοχής, δηλαδή του Βασιλικού, που συνιστά εν δυνάμει ενεργειακό κέντρο.
Βεβαίως, υπάρχει και η αντίληψη ότι το λιμάνι της Λεμεσού μπορεί να δεχθεί πολεμικά πλοία, ακόμη και αεροπλανοφόρο, ή ότι θα μπορούσε με λιγότερο κόστος να αναβαθμιστεί το λιμάνι της Λάρνακας, οπότε γιατί να διευρυνθεί και να αναβαθμιστεί η Ναυτική Βάση στο Μαρί; Αληθές είναι ότι είναι άλλο πράγμα οι εγκαταστάσεις και ο τρόπος λειτουργίας στα συστήματα ασφαλείας μιας Βάσης και άλλο ενός εμπορικού λιμανιού. Αυτά είναι ζητήματα τεχνοκρατικού επιπέδου. Το ζήτημα είναι η πολιτική και στρατηγική απόφαση. Εάν, δηλαδή, η Κύπρος θέλει να έχει ή όχι Ναυτική Βάση που θα εξυπηρετεί συγκεκριμένους σκοπούς.
Οι αποφάσεις του Προέδρου και η ιστορία της Βάσης
Ο Πρόεδρος θα πρέπει να σκεφτεί τι θέλει. Να αποφασίσει, δηλαδή, εάν η Ναυτική Βάση θα είναι ενταγμένη σε έναν σχεδιασμό που δεν θα προσφέρει μόνο εμπειρία μερικής έστω ναυτοσύνης, αλλά, ταυτοχρόνως, θα δημιουργεί έναν αξιοπρεπή στολίσκο ή στόλο που θα επιτρέπει, μαζί με τους νέους πυραύλους «Έξοσετ», την αύξηση του κύρους και των δυνατοτήτων για συμμαχίες με γειτονικές χώρες και δη εντός της Στρατηγικής Πυξίδας της ΕΕ, η οποία, εκ των πραγμάτων, συνδέεται και με το ΝΑΤΟ.
Η ιστορία της Ναυτικής Βάσης ξεκινά από την εποχή της Προεδρίας του Γλαύκου Κληρίδη και του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου, που λειτούργησε όσο ήταν εν ζωή, από το ’93 ώς το ’97. Έλαβε, δε, άδοξο τέλος το 1998, με την εξορία των S-300 στην Κρήτη. Όπως και τότε, έτσι και πριν από δυο χρόνια, ενστάσεις στην κατασκευή της Ναυτικής Βάσης έθεσαν οι Βρετανοί, διότι δεν θα ήθελαν να δουν, λόγω των δικών τους Βάσεων, τη γεωστρατηγική αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ειδικά με την εμπλοκή της Γαλλίας και άλλων γειτονικών χωρών. Συμμάχους προς αυτήν την κατεύθυνση είχαν βρει κυρίως στελέχη του ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ, που είναι της αντίληψης ότι τέτοιες στρατηγικές επιλογές είναι δαπανηρές και αχρείαστες και ότι θα δημιουργήσουν προβλήματα στις προσπάθειες για την επανέναρξη των συνομιλιών λόγω της τουρκικής αντίδρασης. Επί τούτου είναι που θα πρέπει να σκεφτεί ο Πρόεδρος τι θα πράξει και ποια είναι τα δικά του επιχειρήματα και δη σύμμαχοι, όπως για παράδειγμα οι Γάλλοι και πολύ περισσότερο οι Ισραηλινοί ένεκα της αξιοπιστίας τους στην αποτροπή. Ερώτημα λοιπόν: Τι θα πράξει ο Πρόεδρος εάν οι Τούρκοι πουν ότι δεν θα επιστρέψουν στις συνομιλίες και σε νέο Κραν Μοντανά εάν αρχίσει κατασκευή Ναυτικής Βάσης;
Τραγικό «déjà vu»
Τονίζονται αυτά, διότι υπάρχει κακό προηγούμενο και δη το 1998 με τους S-300, το Δόγμα και τη Ναυτική Βάση. Ο ενταφιασμός τους ήταν προϋποθέσεις, οι οποίες τέθηκαν και από την Τουρκία και από τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς, για την επανέναρξη των συνομιλιών, που οδήγησαν στο διχοτομικό σχέδιο Ανάν. Η ζημιά ήταν διπλή. Διότι και η Κύπρος έμεινε αθωράκιστη και η πρόταση λύσης ήταν απαράδεκτη. Το αρνητικό αποτέλεσμα δεν ήταν τυχαίο αφού με βάση τις θεωρίες των συγκρούσεων και τη ρεαλιστική σχολής σκέψης των Διεθνών Σχέσεων, η συνταγματική διευθέτηση ενός προβλήματος είναι ο καθρέφτης των ανισοζυγίων δυνάμεων μεταξύ των εμπλεκομένων μερών. Εκ των πραγμάτων, ο Πρόεδρος μπορεί μεν να έχει πρόθεση για την κατασκευή της Ναυτικής Βάσης στο Μαρί, αλλά θα πρέπει να αποφύγει τις συνταγές των προκατόχων του. Για να μην έχουμε ακόμη ένα «déjà vu». Κάτι σαν τον εφιάλτη από το παρελθόν…
Ο χάρτης αποτυπώνει τις δυνατότητες των ραντάρ της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και τις Ναυτικές Βάσεις της ίδιας και γειτονικών κρατών, όπως και εκείνων της Τουρκίας στα κατεχόμενα και εντός του εδάφους της. Ο κόκκινος μεγάλος διακεκομμένος κύκλος δείχνει την ακτίνα του Ραντάρ στο Τρόοδος, με το οποίο εντοπίζονται τα αεροπλάνα στην περιοχή μας. Ο πράσινος κύκλος αφορά στην ακτίνα δράσης, δηλαδή στο βεληνεκές των γαλλικών πυραύλων “Exocet Block 3” (97 ν.μ.), που αναμένεται να αναπτυχθούν εάν όλα κυλήσουν ομαλά κατά το τρέχον έτος. Ο λευκός με μαύρο χρώμα διακεκομμένος κύκλος καταγράφει την ακτίνα των ραντάρ του κυπριακού ναυτικού (96 ν.μ.), που εντοπίζει την κίνηση των πλοίων. Με τα κόκκινα τόξα, που έχουν ως βάση το Σουέζ, απεικονίζονται οι βασικές πορείες των πλοίων στην περιοχή μας και καταδεικνύουν πόσο σημαντική θα είναι για την Κύπρο η κατασκευή μιας Ναυτικής Βάσης, που θα μας προσδώσει σημαντικά γεωστρατηγικά και γεωπολιτικά πλεονεκτήματα, ειδικώς για τις συνεργασίες με γειτονικά κράτη, καθώς και σε επίπεδο ΕΕ στην πρακτική εφαρμογή της Στρατηγικής Πυξίδας.
*Δρ των Διεθνών Σχέσεων