Τράπεζες

Στις συμπληγάδες του πληθωρισμού τα δανειστικά επιτόκια

Το κόστος δανεισμού στην Ευρωζώνη και δη στην Κύπρο έχει φθάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα, με τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να είναι στα όριά τους

Οι αποφάσεις της ΕΕ παγιδεύουν την κυπριακή οικονομία, της οποίας μειώνεται ο πληθωρισμός, αλλά παραμένει το μέτρο του αυξημένου επιτοκίου, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προβλήματα στην ανάπτυξη και στην αποπληρωμή των δανείων, γεγονός που δημιουργεί μια “lost-lost situation” και για τους οφειλέτες και για τις τράπεζες. Φαίνεται ότι οι τράπεζες και μεγάλη μερίδα της Βουλής ακονίζουν τα ξίφη τους εφόσον γίνεται λόγος για νομοθεσία που θα φορολογεί τα υπερκέρδη. Ο δε Υπουργός Οικονομικών αντιλαμβάνεται την πολυπλοκότητα του θέματος και αναλαμβάνει με επιστολή του προς τις τράπεζες ρόλο γεφυροποιού, την ίδια στιγμή που ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας έχει επί του παρόντος ρόλο θεατή.

Ανησυχία για νέο κύμα κόκκινων δανείων

Εντείνεται η ανησυχία για ένα νέο κύμα κόκκινων δανείων εξαιτίας των συνεχών αυξήσεων των επιτοκίων. Οι πολιτικές δυνάμεις ζητούν από την Κυβέρνηση να ανακοινώσει μέτρα, ώστε ν' ανακουφιστούν οι δανειολήπτες που βρίσκονται σε ζώνη κινδύνου. Η κατάσταση έχει θορυβήσει το Υπουργείο Οικονομικών, με τον κ. Κεραυνό να αποστέλλει στις τράπεζες επιστολή, που ζητεί τις απόψεις και τις προτάσεις τους για αντιμετώπιση της αύξησης των επιτοκίων. Στην επιστολή του προς τον Γενικό Διευθυντή του Συνδέσμου Τραπεζών, Μιχάλη Καμμά, ο κ. Κεραυνός εκφράζει την ανησυχία του για την πρόκληση επιπτώσεων, παρά το γεγονός, όπως σημειώνει, ότι είναι κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους εφαρμόζεται η συγκεκριμένη νομισματική πολιτική. Όπως σημειώνει, «τέτοιες επιπτώσεις είναι η αύξηση του κόστους διαβίωσης των νοικοκυριών, η αύξηση των δανειστικών επιτοκίων στα οικιστικά δάνεια, καθώς και οι ανάλογες πιέσεις στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις». Πέραν των συγκεκριμένων επιπτώσεων, σύμφωνα με τον Υπουργό, δημιουργούνται και σοβαρές επιπτώσεις στην αναπτυξιακή πορεία της κυπριακής οικονομίας, καθώς, όπως επισημαίνει, το υψηλό κόστος δανεισμού αποτρέπει τις ξένες επενδυτικές εταιρείες να εγκατασταθούν και να επενδύσουν στην Κύπρο. Επιπρόσθετα, τονίζει πως από τις αυξήσεις των δανειστικών επιτοκίων επηρεάζονται με διάφορους τρόπους τα δημόσια οικονομικά. Μέχρι στιγμής οι τράπεζες δεν απάντησαν στην επιστολή του Υπουργού. Αναμένεται, ωστόσο, πως θα στείλουν τις θέσεις τους περί τα τέλη του μήνα.

Πάει Βουλή

Tο θέμα θ' απασχολήσει και τη Βουλή στην πρώτη συνεδρίαση της Επιτροπής Εμπορίου στις 29 Αυγούστου, στην παρουσία του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Τα κόμματα ΑΚΕΛ, ΕΔΕΚ, ΕΛΑΜ και Οικολόγοι, εισηγούνται φορολόγηση των τραπεζών από τα υπερκέρδη τους, αλλά και στοχευμένη επιδότηση σε στεγαστικά δάνεια που κινδυνεύουν να «κοκκινίσουν». Σημειώνεται πως με γνωμάτευσή της η ΕΚΤ έχει αποδεχτεί για περιπτώσεις άλλων χωρών, να στηριχθούν συγκεκριμένα δάνεια στη βάση κοινωνικών κριτηρίων, ώστε να καλυφθεί η αποτομη αύξηση των επιτοκίων μέσα από την επιβολή τέλους.

Δεν είδαμε τίποτα

Τα στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) φαίνεται πως έχουν φέρει τη Ζώνη του Ευρώ σε μία εξαιρετικά επικίνδυνη θέση, αφού η νομισματική τους πολιτική μπορεί να προκαλέσει σημαντικό σοκ στην ευρωπαϊκή οικονομία. Ο συνδυασμός των υψηλών επιτοκίων και η επιβεβλημένη μείωση των δημοσίων δαπανών απειλούν με περιορισμό της ανάπτυξης και τη δημιουργία ύφεσης. Οι επιπτώσεις της αύξησης των επιτοκίων στην πραγματική οικονομία θα γίνουν περισσότερο αισθητές το 2024, μειώνοντας το ΑΕΠ κατά 3,8%, σύμφωνα με την ανάλυση του Bloomberg. Εάν τα μέτρα στήριξης των κυβερνήσεων αρθούν, το ποσοστό αυτό ενδέχεται να κυμανθεί πιο κοντά στο -5%. Το εάν η οικονομία είναι αρκετά σταθερή για να αντέξει στην πιθανότητα δημιουργίας κρίσης αυτή, αποτελεί ένα σημαντικό ερώτημα, στο οποίο τα στελέχη της ΕΚΤ και οι ΥΠΟΙΚ των κρατών-μελών της Ευρωζώνης καλούνται να δώσουν άμεσες απαντήσεις. Αν και οι εκτιμήσεις των επενδυτών υποδεικνύουν πως τα στελέχη της Κεντρικής τράπεζας θα αναγκαστούν να προχωρήσουν σε μείωση των επιτοκίων, το επίσημο αφήγημα της ΕΚΤ μιλά για μία περίοδο εκτεταμένα αυξημένου κόστους δανεισμού. Έχοντας βρεθεί αντιμέτωπη με αντιδράσεις λόγω της καθυστερημένης λήψης μέτρων, η ΕΚΤ βρίσκεται ήδη στο στόχαστρο των πολιτικών όσον αφορά τις επιπτώσεις της σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής της.

Η μπάλα στις τράπεζες

Ο πληθωρισμός στην Κύπρο τον Ιούλιο άγγιξε το 1,5%, ένα ποσοστό πιο κάτω από τον στόχο που έθεσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που είναι το 2%, για να σταματήσει ν’ αυξάνει τα επιτόκια. Το μεγάλο ερώτημα αυτήν τη στιγμή είναι τι γίνεται με τα στεγαστικά δάνεια στην Κύπρο, που σε κάποιες περιπτώσεις το επιτόκιο ξεπέρασε το 7%. Η κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι δανειολήπτες είναι πάρα πολύ δύσκολη, με αποτέλεσμα κάποιοι εξ αυτών να μην μπορούν ν’ ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις. Ήδη κάποια τραπεζικά ιδρύματα προχώρησαν σε σχέδια, παρά ταύτα, οι δυσκολίες παραμένουν. Σύμφωνα με οικονομολόγους, αυτό που θα μπορούσε να γίνει είναι να τεθεί ένα όριο στα επιτόκια, ώστε μελλοντικές αυξήσεις από την ΕΚΤ να μην ανεβάσουν κι άλλο τις δόσεις. Αυτό, βέβαια, είναι στη διακριτική ευχέρεια της κάθε τράπεζας και, όπως λέχθηκε στη «Σ», δεν είναι υποχρεωμένα τα ιδρύματα ν’ ακολουθήσουν τις αποφάσεις της ΕΚΤ σε ό,τι αφορά την άνοδο των επιτοκίων. Υπενθυμίζεται ότι, το τελευταίο έτος, οι κυπριακές τράπεζες καταγράφουν εξωφρενικά κέρδη λόγω των υψηλών επιτοκίων, γεγονός που αφήνει περιθώρια σ’ αυτές ν’ απορροφήσουν μερικό κόστος.

Ρεκόρ επαναδιαπραγμάτευσης

Το πρώτο εξάμηνο του έτους τα δάνεια που έτυχαν επαναδιαπραγμάτευσης στο τραπεζικό σύστημα, κυρίως λόγω των απανωτών αυξήσεων των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, κινήθηκαν σε επίπεδα ρεκόρ. Με βάση τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, τα δάνεια που έτυχαν επαναδιαπραγμάτευσης την περίοδο Ιανουαρίου - Ιουνίου το 2023 εκτοξεύτηκαν στα €2,13 δισεκατομμύρια, παρουσιάζοντας ετήσια αύξηση 264% σε σύγκριση €585 εκατ. την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσό δανείων που έτυχαν επαναδιαπραγμάτευσης σε εξαμηνιαία βάση από τότε που η ΚΤΚ ξεκίνησε να παρουσιάζει στοιχεία μαζί με τα καθαρά νέα δάνεια (Δεκέμβριος 2014). Οι επαναδιαπραγματεύσεις αφορούν κυρίως σε δάνεια που δεν παρουσιάζουν καθυστερήσεις ή πιστωτική επιδείνωση και ως εκ τούτου δεν συγκαταλέγονται στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, όπως ορίζει η οδηγία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η συντριπτική πλειοψηφία των επαναδιαπραγματεύσεων προήλθε από τα εταιρικά δάνεια άνω του €1 εκατ., με το υπόλοιπο των δανείων που έτυχαν επαναδιαπραγμάτευσης να ανέρχεται σε €1,59 δισ. ή σε 74% του συνόλου. Σε ετήσια βάση οι αναδιαρθρώσεις εταιρικών δανείων άνω του €1 εκατ. παρουσιάζουν ποσοστιαία αύξηση 240%. Μεγάλη αύξηση παρουσίασαν και οι επαναδιαπραγματεύσεις των στεγαστικών δανείων, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα €322 εκατ. σε σύγκριση με μόλις €58 εκατ. την αντίστοιχη περσινή περίοδο, καταγράφοντας ποσοστιαία μεταβολή 455% σε ετήσια βάση. Το υπόλοιπο των εταιρικών δανείων μέχρι €1 εκατ. που έτυχαν επαναδιαπραγμάτευσης το πρώτο μισό του 2023 ανήλθε σε €159 εκατ. σε σύγκριση με €40 εκατ. την αντίστοιχη περσινή περίοδο, καταγράφοντας ποσοστιαία αύξηση σχεδόν 300% σε ετήσια βάση.