Συνεντεύξεις

«Ήμουν πάντα αφιερωμένος στον τόπο»

Τα παιδικά χρόνια, οι αριστεροί γονείς, οι σπουδές, οι προσπάθειες για το Κυπριακό και τα λάθη ενός ανθρώπου που δεν θα άλλαζε τίποτα από τη ζωή του

Γεννήθηκα στην Αμμόχωστο το 1931, αλλά δεν θυμάμαι τίποτα από τα δύο πρώτα χρόνια. Το μόνο ίσως που μου έρχεται στο μυαλό είναι ότι η μητέρα μου, η οποία ήταν από τις πρώτες φυσιολάτρες, ήθελε να με σκληραγωγήσει κι έτσι με είχε συνεχώς γυμνό ή σχεδόν γυμνό. Όταν ήμουν Πρόεδρος, ήρθαν κάποιες κυρίες να με δουν από την Αμμόχωστο και μια από αυτές μου λέει «κύριε Πρόεδρε, εγώ σε ξέρω καλά, σε θυμάμαι γυμνό παιδάκι στο μπαλκόνι του σπιτιού σου». Ήταν αστείο, αλλά είναι αλήθεια, υπάρχει και σχετική φωτογραφία μέσα στο αυτοβιογραφικό βιβλίο μου, που έχει τίτλο «Μια σύγχρονη Οδύσσεια». Από τη ζωή μου δεν θα άλλαζα τίποτα. Ήμουν πάντα αφιερωμένος στον τόπο, στην οικογένεια και στη δουλειά μου. Πάντα έβαζα το συμφέρον του τόπου πάνω από το δικό μου.
Πολύς κόσμος, διαβάζοντάς το, εξεπλάγη καθώς δεν ήξερε την ιστορία της ζωής μου. Ακόμα και εκείνοι που με ψήφισαν την αγνοούσαν. Ούτε κατάλαβαν ποτέ πώς είναι δυνατόν εγώ, ο γιος φανατικών κομουνιστών, να γίνω προοδευτικός αλλά όχι κομματικός. Η συντριπτική πλειοψηφία όσων λένε σήμερα για τον σοσιαλισμό, δεν τον έχουν ζήσει, στη θεωρητική του μόνο μορφή τον πίστεψαν όλοι. Κανείς δεν περίμενε ότι τελικά η επανάσταση του 1917 θα κατέληγε στη δικτατορία του Στάλιν.
Το «κόκκινο νησί»
Το 1933 πήγαμε στην Ελλάδα γιατί εδώ ήταν δύσκολα τα πράγματα και γιατί οι γονείς μου ήταν Αριστεροί. Ο καθηγητής του πατέρα μου, ο Χαραμής, του είχε γράψει μια επιστολή παρακινώντας τον να μετακομίσει στην Αθήνα και να εργαστεί στον Ερυθρό Σταυρό. Έτσι κι έγινε. Θυμάμαι ευχάριστα εκείνα τα χρόνια, αλλά δεν έχω και πολλά πράγματα να πω. Εκείνο που θυμάμαι περισσότερο είναι τα χρόνια της Μυτιλήνης, όπου μετακομίσαμε το 1936 γιατί επιβλήθηκε η δικτατορία του Μεταξά. Λίγο καιρό πριν είχαν γίνει εκλογές και στη Μυτιλήνη, η οποία ονομαζόταν αλλιώς ως το «κόκκινο νησί», το ΚΚΕ είχε πάρει ένα αρκετά αυξημένο ποσοστό. Έτσι, θεωρήθηκε πιο ασφαλές για εμάς να μετακομίσουμε εκεί. Εξάλλου δεν υπήρχε οφθαλμίατρος στο νησί και ο πατέρας μου θα ήταν χρήσιμος.
Εκεί μεγάλωσα. Το σπίτι μας ήταν κοντά στην πλατεία, σχεδόν απέναντι από τον καθεδρικό ναό και σώζεται μέχρι και σήμερα. Όταν άρχισε ο πόλεμος στην Αλβανία, ήμουν πολύ ενθουσιώδης για τις επιτυχίες του ελληνικού στρατού. Έκοβα όλα τα κείμενα και τους χάρτες που αναφέρονταν στον πόλεμο από τις εφημερίδες και τα φυλούσα, μου άρεσε να παρακολουθώ τις εξελίξεις. Το 1941, όταν ήρθαν οι Γερμανοί και κατέλαβαν την Αθήνα, κάλεσε τον πατέρα μου ο Διοικητής της Αστυνομίας Λέσβου, λέγοντάς του «ξέρουμε ότι είσαι κομμουνιστής, αλλά σε σεβόμαστε και σε αγαπάμε. Από την Αθήνα ξεκίνησε ένα αντιτορπιλικό να έρχεται προς τη Μυτιλήνη. Πρέπει να φύγεις πριν γιατί μόλις φτάσει θα πρέπει να σε συλλάβω, πρώτον γιατί είσαι κομμουνιστής και δεύτερον γιατί είσαι Άγγλος υπήκοος».
Από όσα προλάβαμε να μαζέψουμε από το σπίτι, εγώ πήρα δυο-τρία ρούχα και τα αποκόμματα των εφημερίδων και ήρθαμε μέσω Τουρκίας στην Κύπρο. Ένας τελωνειακός, στον έλεγχο που μας έκανε κατά την είσοδό μας, κατάσχεσε τα αποκόμματα ως «κατασκοπευτικό υλικό». Ήταν το μόνο πράγμα που μας κατάσχεσαν.
Μιλάω πολύ για τους γονείς μου. Τους αγαπούσα πολύ, ήταν πρότυπα για μένα, ήταν άνθρωποι που έβαζαν πάντα ως προτεραιότητα την εξυπηρέτηση. Ο πατέρας μου έγινε Αριστερός από τη μητέρα μου και μαζί θυσίασαν όλη τους τη ζωή για τους σκοπούς του σοσιαλισμού και του προοδευτισμού.
Οι σπουδές
Πανεπιστήμιο πήγα στην Ουγγαρία. Αρχικά ήθελα να σπουδάσω Ιατρική, αλλά δεν δικαιούμουν, λόγω καθεστώτος, κι έτσι εργάστηκα ως τεχνίτης τορναδόρος σε ένα εργοστάσιο. Ήμουν μόλις 20 χρονών όταν άκουσα ότι το “Planning” όριζε τι θα πρέπει να παράγουμε για να βοηθήσουμε τον λαό μας. Το Planning έκανε τη φαντασία μου να καλπάσει, κατά κάποιο τρόπο μπορούσαμε να χτίσουμε τον νέο κόσμο. Έπειτα, επειδή χρειάζονταν εργάτες για να φτιαχτεί η λεγόμενη «εργατική διανόηση», δικαιούμασταν όσοι θέλαμε να κάνουμε κάποιες πρακτικές σπουδές.


Έτσι, πήγα στο Πανεπιστήμιο Οικονομικών Επιστημών και τους είπα ότι ήθελα να σπουδάσω Planning. Φυσικά δεν υπήρχε τέτοιος κλάδος κι έτσι ακολούθησα την Πολιτική Οικονομία. Όσοι ήταν άριστοι και τα τέσσερα χρόνια των σπουδών τους, έπαιρναν ένα διακεκριμένο δίπλωμα, τύπου “distinction” το οποίο, καθώς βρισκόμασταν στην αρχή του σοσιαλισμού, ονομάστηκε «Κόκκινο Δίπλωμα». Ένα τέτοιο έχω κι εγώ.
«Ό,τι έλεγε ο Βασιλείου, περνούσε»
Τελειώνοντας το πανεπιστήμιο κι επειδή θεωρούμουν από τους καλύτερους φοιτητές, προσελήφθην στην Ακαδημία Επιστημών της Ουγγαρίας. Από εκεί, πήγα στην Αγγλία, έκανα διάφορες ψευτοδουλειές στην αρχή και δυσκολεύτηκα να βρω δουλειά στα Οικονομικά, τα οποία ήταν μια πολιτική επιστήμη τότε. Μου έλεγαν «έχεις παραπάνω προσόντα απ’ ό,τι χρειαζόμαστε» και ήξερα ότι αυτό σήμαινε ότι είχα πτυχίο από την Ανατολή. Έτσι, αποφάσισα να μάθω κάτι πιο ουδέτερο, το Marketing, έπιασα δουλειά σε μια αγγλική βιομηχανία και άρχισα να ανεβαίνω. Επέστρεψα στην Κύπρο όταν διαπιστώθηκε ότι η μητέρα μου είχε καρκίνο, για να τη σώσω. Δεν τα κατάφερα, έφυγε μέσα σε λίγους μήνες.
Δεν υπήρξα ποτέ μέλος κόμματος, αλλά παρακολουθούσα την κατάσταση, έγραφα άρθρα, μιλούσα στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση, ήμουν γνωστός ως «ο Κύπριος οικονομολόγος». Ό,τι έλεγε ο Βασιλείου, περνούσε. Μου είχε προτείνει ο Μακάριος να γίνω υπουργός, αλλά αρνήθηκα. Το ίδιο αρνήθηκα και στον Σπύρο Κυπριανού, στον οποίο είχα απαντήσει «αν δέχεσαι να είσαι Πρόεδρος της Κύπρου και όχι του ΔΗΚΟ, θα γίνω υπουργός σου». Δεν ήθελε.
«Πέτυχα ένα θαύμα»
Για τη μη λύση του Κυπριακού επί της Προεδρίας μου δεν φταίω εγώ. Εκείνη την εποχή είχα καταφέρει τη Θάτσερ, τον Μπους, τον Μιτεράν, όλους τους μεγάλους ηγέτες να πιέζουν για τη λύση του Κυπριακού. Το Συμβούλιο Ασφαλείας εξέδιδε ομόφωνες αποφάσεις υπέρ ημών. Ένιωθαν ότι είχε γίνει μια αδικία την οποία έπρεπε να διορθώσουν, αναγκάζοντας τους Τούρκους να φύγουν από το νησί, όχι με στρατιωτικά μέσα, αλλά με διπλωματικά. Αν ο Γλαύκος Κληρίδης δεν άλλαζε γραμμή, προκειμένου να διεκδικήσει την Προεδρία, κι αν δεν είχα κάνει λάθη που με οδήγησαν στην ήττα των εκλογών, μέσα στο 1993 θα είχαμε λύσει το Κυπριακό. Έπειτα, ξέρω ότι ο Κληρίδης μετάνιωσε πολύ γι’ αυτό που έκανε αλλά ήθελε να γίνει Πρόεδρος, είναι ανθρώπινο.
Πέτυχα ένα θαύμα στην πρόοδο, αλλά έκανα το λάθος να μην υπολογίσω ότι θα συμπεριφερόταν έτσι ο Κληρίδης. Σήμερα, έτσι όπως βλέπω τα πράγματα, σκέφτομαι ότι αν το 1993 ήταν συνομιλητής μου ο Μουσταφά Ακιντζί και όχι ο Ραούφ Νενκτάς, θα είχαμε λύσει το Κυπριακό από τον δεύτερο κιόλας χρόνο. Ο Ντενκτάς ο ίδιος είχε πει «δεν μπορώ να συγκριθώ με τον Βασιλείου, αυτός πουλάει ψυγεία στους Εσκιμώους, έχει όμως μια αδυναμία: το Εθνικό Συμβούλιο». Ήξερε ότι είχα αντιπολίτευση απέναντί μου.
«Πίστεψα στη διαβεβαίωσή του»
Ο Τάσσος Παπαδόπουλος, που θεωρείται ο πατέρας των «αντι-ομοσπονδιακών», όταν μπαίναμε στην Ευρώπη, είχε πληροφορίες ότι η έκθεση που ετοίμαζε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε κάποια κριτικά στοιχεία για εμάς. Ήμουν επικεφαλής της Διαπραγματευτικής Αντιπροσωπίας για την ένταξη, όταν με κάλεσε επειγόντως στο Προεδρικό, λέγοντάς μου να προσπαθήσω να άρω αυτά τα στοιχεία. Του είπα ότι η πρώτη ερώτηση που θα μου κάνουν, είναι αν θα ψηφίσουμε το Σχέδιο Ανάν. Σχεδόν θύμωσε, μου είπε «μα αφού τους είπα ότι θα το ψηφίσουμε» και με εξουσιοδότησε να χρησιμοποιήσω τον λόγο του για να αρθούν οι ενστάσεις.
Δεν θα ξεχάσω εκείνη τη σκηνή. Του είπα, «ρε Τάσσο, εσύ τώρα στηρίζεις το Σχέδιο Ανάν, αλλά θυμάσαι τι πόλεμο μού είχες κάνει με τη Δέσμη Ιδεών; Δηλαδή το Σχέδιο Ανάν είναι τόσο καλύτερο από τη Δέσμη Ιδεών;».
Τότε μου απάντησε «Γιώργο, άσε τις βλακείες, η Δέσμη Ιδεών ήταν το καλύτερο σχέδιο που είχαμε ποτέ και αυτό που έχουμε τώρα είναι καλύτερο από οτιδήποτε θα μας δώσουν στο μέλλον». Πίστεψα στη διαβεβαίωσή του την ώρα που εκείνος ήταν αποφασισμένος να καταψηφίσει το Σχέδιο Ανάν. Ο Τάσσος γέλασε και την Ευρώπη και όλους μας, δεν υπάρχει αμφιβολία. Τελικά τι πετύχαμε; Χάσαμε δέκα χρόνια. Είμαι πεπεισμένος ότι χωρίς την επανένωση της Κύπρου δεν έχουμε μέλλον. Φυσικά, δεν υπάρχει τίποτα στη ζωή χωρίς κανένα κακό, αλλά θα πρέπει να μετρήσουμε τα καλά και τα κακά. Δίχως επανένωση θα είμαστε πολύ χειρότερα. Κι από την άλλη, υπάρχει καμιά χώρα που να μην έχει προβλήματα, είτε ομόσπονδη είτε ενιαία;