Συνεντεύξεις

«Ανεύθυνη η κυβέρνηση Αναστασιάδη»

Δριμύ κατηγορώ Χρύση Παντελίδη για κυπριακό, Συνεργατισμό και οικονομία

«Εύλογες ανησυχίες ότι μας κορόιδευαν και θα συνεχίσουν να μας κοροϊδεύουν» διατυπώνει ο Χρύσης Παντελίδης αναφερόμενος στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στον Υπουργό Οικονομικών, κάνοντας μάλιστα λόγο για αφερέγγυα κυβέρνηση. Δίνοντας συνέχεια στο σκληρό αντιπολιτευτικό πρέσινγκ, ο στενός συνεργάτης του Νικόλα Παπαδόπουλου και μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου του Δημοκρατικού Κόμματος δηλώνει στη «Σ» ότι ανάληψη πολιτικής ευθύνης από τον Χάρη Γεωργιάδη «σημαίνει παραίτηση σήμερα» και εξηγεί τις παραμέτρους της απόφασης του κόμματος όσον αφορά την επόμενη μέρα στη Βουλή. Ξεκαθαρίζει ότι Νικόλας και Αβέρωφ δεν πάνε χέρι-χέρι στην οικονομία και διαμηνύει ότι όσο ο Νίκος Αναστασιάδης είναι Πρόεδρος, το ΔΗΚΟ θα είναι κόμμα της αντιπολίτευσης.
Τι σημαίνει πρακτικά η απόφαση που πήρε την περασμένη εβδομάδα το Εκτελεστικό Γραφείο του ΔΗΚΟ;


Κατ' αρχήν, η απόφαση του Εκτελεστικού κρίνει το πόρισμα ως πλήρες, ως τεκμηριωμένο και ως ορθό. Για εμάς είναι ιδιαίτερα σημαντικό να επαναλαμβάνουμε με κάθε τρόπο την αφοσίωσή μας στο πόρισμα, γιατί η Κυβέρνηση έχει φροντίσει τις τελευταίες 15 ημέρες να απαξιώσει τόσο το Πόρισμα όσο και την Ερευνητική Επιτροπή που το κατήρτισε. Η απόφαση στέλνει επίσης το μήνυμα ότι η παραίτηση ή η παύση του Υπουργού Οικονομικών είναι επιβεβλημένη.
Θα εξαντλήσετε τα όρια του κοινοβουλευτικού ελέγχου στα κυβερνητικά νομοσχέδια; Θα ασκήσετε πιο σκληρή αντιπολίτευση;


Το ΔΗΚΟ πολιτευόταν, πολιτεύεται και θα πολιτεύεται υπεύθυνα, με βάση τις θέσεις και τις αρχές του και με βάση το δημόσιο συμφέρον. Δεν πρόκειται να λειτουργήσουμε εκδικητικά, γιατί με τον τρόπο αυτό δεν ζημιώνει η Κυβέρνηση, ζημιώνει ο τόπος. Όμως, αυτή η Κυβέρνηση, αυτός ο Πρόεδρος και αυτός ο Υπουργός Οικονομικών, έδειξαν με τη στάση τους ότι δεν μπορούμε να τους εμπιστευόμαστε και δεν μπορούμε να συνεργαστούμε στον όποιο βαθμό συνεργαζόμασταν μέχρι τώρα, γιατί δεν είναι φερέγγυοι.


Όπως είπε ο Νικόλας Παπαδόπουλος «εγείρεται θέμα αξιοπιστίας». Ακριβώς επειδή η κυβέρνηση Δημοκρατικού Συναγερμού - Νίκου Αναστασιάδη είναι ανεύθυνη, εμείς, ως κόμμα της αντιπολίτευσης, έχουμε διπλή υποχρέωση να είμαστε υπεύθυνοι. Ο Υπουργός Οικονομικών και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με βάση το πόρισμα, κορόιδευαν τη Βουλή για πέντε ολόκληρα χρόνια.


Σε πολλές περιπτώσεις, για πάρα πολλά θέματα. Άρα εμείς, ως κόμμα που δρούμε μέσα στη Βουλή, έχουμε εύλογα την ανησυχία ότι προφανώς μας κοροϊδεύουν και θα συνεχίσουν να μας κοροϊδεύουν και σε άλλα θέματα. Με αυτήν την έννοια, η απόφαση του Εκτελεστικού σηματοδοτεί μιαν αλλαγή, όχι στον τρόπο που πολιτεύεται το ΔΗΚΟ, αλλά στο πόσο πιο αναξιόπιστη εμφανίζεται πλέον η Κυβέρνηση.
«Πλήττουν την αξιοπιστία της χώρας»
Αν παραιτηθεί ή παυθεί ο Χάρης Γεωργιάδης και διοριστεί ένας νέος Υπουργός, το ΔΗΚΟ θα επαναναθεωρήσει τη στάση του;


Επαναλαμβάνω ότι η στάση μας ορίζεται για κάθε θέμα με βάση τις απόψεις μας και το δημόσιο συμφέρον. Αυτό ισχύει, όποιος και να είναι ο Υπουργός Οικονομικών. Παύση ή παραίτηση του Χάρη Γεωργιάδη σήμερα, θα σημαίνει αναγνώριση εκ μέρους της Κυβέρνησης της πολιτικής ευθύνης που της καταλογίζει το πόρισμα και διάθεση να συνεργαστεί, να κατανοήσει, να αναγνωρίσει τις ανησυχίες που έχουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης.


Θα δείξει, δηλαδή, η Κυβέρνηση ότι πήρε το μήνυμα του πορίσματος, διότι οι πολιτικές ευθύνες δεν θα μπορούσαν να είχαν κατανεμηθεί με μεγαλύτερη σαφήνεια και πιο ξεκάθαρο τρόπο. Θα δείξει ότι γυρίζει σελίδα και ότι θέλει να βελτιώσει την εικόνα της, αλλά και τη συνεργασία της με τη Βουλή. Όσο επιμένει στη στάση που τηρεί αυτήν τη στιγμή, προκαλεί και πλήττει τόσο τη δική της αξιοπιστία όσο και την αξιοπιστία της ίδιας της χώρας.


Ο Υπουργός Οικονομικών είχε την καλή επιλογή να παραιτηθεί και την κακή επιλογή να παραμείνει στη θέση του. Υπήρχε, όμως, και χειρότερη επιλογή: αυτό που έκανε. Να δηλώσει δηλαδή ότι θα αποχωρήσει στο τέλος του χρόνου. Εκτός από διάθεση ατομικού τακτικισμού σε σχέση με τη δική του πολιτική καριέρα και τις δικές του πολιτικές προτεραιότητες, βάζει και τη χώρα σε μια παρατεταμένη αστάθεια 9-10 μηνών, γιατί όλοι θα γνωρίζουν ότι ο συγκεκριμένος Υπουργός Οικονομικών κάποια στιγμή θα φύγει. Για εμάς ανάληψη πολιτικής ευθύνης σημαίνει παραίτηση σήμερα.
Αν εξαιρέσουμε το κεφάλαιο Συνεργατισμός, η θητεία Χάρη Γεωργιάδη ήταν, κατά τα άλλα, επιτυχημένη;


Έχοντας πιάσει πάτο το 2013, προφανώς θα υπήρχαν και κάποιες επιτυχημένες δράσεις της Κυβέρνησης και του Υπουργού Οικονομικών, αλλά το συνολικό πρόσημο αναμφίβολα είναι αρνητικό. Υπήρξαν και κάποια στοιχεία που ήταν επιτυχημένα, χάρη και στη βοήθεια και στη στήριξη της Βουλής. Διαχειρίστηκε την μετά το κούρεμα και μετά το μνημόνιο εποχή με όλες τις δυσκολίες που υπήρχαν σε κάποιες περιπτώσεις με επιτυχημένο τρόπο και σε άλλες με μη επιτυχημένο.


Θυμίζω ότι ασκούσαμε κριτική στην Κυβέρνηση και στον Χάρη Γεωργιάδη και το 2014 και το 2015 και το 2016, για την έλλειψη ουσιαστικής διαπραγμάτευσης με την Τρόικα και για το γεγονός ότι πολλά πράγματα, τα οποία υπήρχαν στο μνημόνιο, περνούσαν χωρίς οποιαδήποτε συζήτηση. Έχει ευθύνη για τα προβλήματα της πραγματικής οικονομίας, τα οποία υπήρχαν για 5 χρόνια και συνεχίζουν να υπάρχουν και σήμερα.


Έχει ευθύνη γιατί και ο ίδιος και η Κυβέρνηση υποβάθμισαν για περίπου τρία χρόνια το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, απαξιώνοντας τις δικές μας διαπιστώσεις και τις δικές μας προτάσεις για να έρθουν τώρα, ξαφνικά, να παραδεχτούν ουσιαστικά ότι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας. Ο Συνεργατισμός είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτυχίας επί θητείας του.
Είχατε ζητήσει την παραίτησή του και πριν από μερικούς μήνες...


Ναι, λόγω της κάκιστης συμφωνίας που έγινε ανάμεσα στον Συνεργατισμό και την Ελληνική Τράπεζα, η οποία κόστισε στον Κύπριο φορολογούμενο 5 δισεκατομμύρια ευρώ. Ζητήσαμε και τότε την παραίτησή του, γιατί θεωρούσαμε ότι υπάρχει πολιτική ευθύνη στον Υπουργό. Δεν ενεργήσαμε, όμως, ανεύθυνα. Ψηφίσαμε τη συμφωνία, παρά το γεγονός ότι ήταν κακή, ακριβώς για να μη γίνουν ακόμα χειρότερα τα πράγματα και να μη χαθούν οι καταθέσεις του κόσμου.


Δώσαμε μια διαδικαστική πίστωση χρόνου, περιμένοντας και το πόρισμα της Ερευνητικής. Να θυμίσω ότι ακόμα και η ίδια η Κυβέρνηση παρέπεμπε στο πόρισμα όλους τους προηγούμενους μήνες, όποτε γινόταν λόγος για τα θέματα του Συνεργατισμού, αλλά μόλις δημοσιοποιήθηκαν τα ευρήματα έπραξαν ακριβώς όπως ο κ. Χριστόφιας.
Επικρατεί, πάντως, η εντύπωση ότι Νικόλας και Αβέρωφ, ΔΗΚΟ και ΔΗΣΥ, πάνε χέρι-χέρι στα θέματα της οικονομίας και μαζί ψηφίζουν τα κυβερνητικά νομοσχέδια...


Αυτός είναι ένας μύθος που καλλιεργήθηκε τα τελευταία χρόνια, διότι βολεύει τον Δημοκρατικό Συναγερμό και τον Αβέρωφ Νεοφύτου για σκοπούς δικούς τους. Βόλευε το προηγούμενο διάστημα και την ηγεσία του ΑΚΕΛ. Το ΔΗΚΟ, με πρόεδρο τον Νικόλα Παπαδόπουλο, απέδειξε κατ’ επανάληψιν τα τελευταία χρόνια ότι ψηφίζει με βάση τις θέσεις του και συμφωνεί ή διαφωνεί είτε με την Κυβέρνηση είτε με άλλα αντιπολιτευόμενα κόμματα βάσει αυτών.


Είμαστε περήφανοι, γιατί σε αντίθεση με την υπόλοιπη αντιπολίτευση, που πολλές φορές ακολουθεί μια στείρα στάση, ως ΔΗΚΟ έχουμε καταθέσει προτάσεις και έχουμε καταφέρει να επιβάλουμε την εφαρμογή δικών μας προτάσεων στο πλαίσιο μιας συνεχούς διαπραγμάτευσης με την Κυβέρνηση στην προσπάθειά μας να είμαστε αποτελεσματικοί. Αν είμαστε δίδυμο με κάτι είναι με την υπευθυνότητα και τη σταθερότητα και καλό θα ήταν όλοι αυτοί που ειρωνεύονται ή χλευάζουν, να αναλογιστούν πού θα βρισκόταν η χώρα, δημοσιονομικά και άλλως πώς, αν το ΔΗΚΟ δεν τηρούσε αυτήν τη στάση.
«Κατακόρυφη πτώση στο Κυπριακό»
Πόσο πιθανό είναι να δούμε το ΔΗΚΟ στην Κυβέρνηση Αναστασιάδη;


Εξαιρετικά απίθανο. Με Πρόεδρο τον κ. Αναστασιάδη, το ΔΗΚΟ είναι κόμμα της αντιπολίτευσης. Οι διαφωνίες μας με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη και την Κυβέρνηση του Δημοκρατικού Συναγερμού είναι σαφείς και ξεκάθαρες. Είμαστε εμείς η κυρίαρχη πολιτική δύναμη που διαφωνεί με την πολιτική Αναστασιάδη στο Κυπριακό, είμαστε εμείς που θεωρούμε απολύτως αποτυχημένη και επικίνδυνη την πολιτική που ακολουθήθηκε τα τελευταία έξι χρόνια με τη στήριξη της ηγεσίας του ΑΚΕΛ και είμαστε εμείς που ασκούμε υπεύθυνη και σκληρή αντιπολίτευση στα θέματα της εσωτερικής διακυβέρνησης εκεί που έχουμε πραγματικά διαφωνίες.
Δεκαπέντε χρόνια μετά το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν, τι έχει αλλάξει στο Κυπριακό;


Τα πάντα.
Υπάρχει διολίσθηση;


Αν συγκρίνουμε πού βρισκόταν το κυπριακό πρόβλημα στη λήξη της θητείας του Τάσσου Παπαδόπουλου το 2008 και πού βρίσκεται σήμερα, δεν μιλάμε απλώς για μια διολίσθηση. Μιλάμε για μια κατακόρυφη πτώση σε ό,τι αφορά τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ελληνοκυπριακής κοινότητας ειδικότερα. Το 2008 είχαμε στο χέρι μας τη συμφωνία της 8ης Ιουλίου και τις συνθήκες για να αρχίσει μια διαδικασία διαπραγμάτευσης με σωστούς όρους και σωστές προϋποθέσεις, ώστε να πετύχουμε το σωστό περιεχόμενο, για το οποίο τόσο πολύ μας έχουν κατηγορήσει.


Τα τελευταία έντεκα χρόνια ακολουθείται η πολιτική την οποία στηρίζει η ηγεσία του ΑΚΕΛ και του ΔΗΣΥ. Αυτά τα έντεκα χρόνια, πρώτον δεν έχει λυθεί το κυπριακό πρόβλημα και δεν έχει λυθεί λόγω της Τουρκίας. Η διαφορά είναι ότι εμείς πάντα λέγαμε ότι είναι λόγω της Τουρκίας που δεν λύνεται, ενώ αυτοί που σήμερα διαχειρίζονται τη τύχη του Κυπριακού κατηγορούσαν τον Τάσσο Παπαδόπουλου και τους Ελληνοκύπριους ότι τάχα δεν θέλουν λύση.


Πέραν τούτου, καταγράφεται καθημερινά και σε όλα τα επίπεδα μια μεγάλη αναβάθμιση του κατοχικού ψευδοκράτους, μια μεγάλη αναβάθμιση του εκάστοτε κατοχικού ηγέτη και μια μεγάλη απο-ενοχοποίηση της Τουρκίας, η οποία έχει αποθρασυνθεί. Το βλέπουμε στην ΑΟΖ, το βλέπουμε στα Στροβίλια. Αν δεν αλλάξουμε πολιτική κι αν δεν επιχειρήσουμε να προκαλέσουμε πολιτικό και διπλωματικό κόστος στην Τουρκία, δεν πρόκειται να πετύχουμε μια σωστή λύση.


Και όταν λέω να προκαλέσουμε πολιτικό και διπλωματικό κόστος στην Τουρκία, δεν είναι κάτι που θα γίνει από τη μία ημέρα στην άλλη, δεν είναι κάτι που θα γίνει σ’ ένα Σαββατοκύριακο. Απαιτεί συνέχεια, απαιτεί μεθοδικότητα, απαιτεί επιμονή, μακροπρόθεσμη πολιτική και σχεδιασμό, για να αλλάξει το κλίμα που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια.
Είναι ορατός ο κίνδυνος λύσης δύο κρατών;


Είναι ορατός και μεγάλος ο κίνδυνος και είναι τεράστια η ευθύνη που φέρει ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, γιατί είτε επέτρεψε είτε ενθάρρυνε είτε προκάλεσε μια τέτοια συζήτηση πίσω από κλειστές πόρτες. Και η συζήτηση αυτή πρέπει να σταματήσει το συντομότερο δυνατόν.
Ξεπερασμένες οι Βάσεις


Ήρθε η ώρα να ανοιχθεί και το κεφάλαιο των Βρετανικών Βάσεων;


Πάντα είναι η ώρα να ανοίγουμε το θέμα του καθεστώτος και της κατάργησης των Βρετανικών Βάσεων και αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι ανοίγουμε ένα νέο μέτωπο. Όσοι ισοπεδωτικά λένε ότι περίπου θα ανοίξουμε πόλεμο με τη Βρετανία, απλώς κινδυνολογούν και υπεραπλουστεύουν τα πράγματα.


Εφόσον συμφωνούμε ότι η παρουσία των Βάσεων είναι αποικιοκρατική, αναχρονιστική και ξεπερασμένη, δεν έχουμε καμία δικαιολογία να καθυστερούμε τη συζήτηση με τη βρετανική κυβέρνηση. Δεν σημαίνει ότι θα ανοίξουμε μέτωπο, δεν σημαίνει ότι θα συγκρουστούμε, αλλά πρέπει να αρχίσουμε μια συζήτηση. Η μη συζήτηση απλώς διαιωνίζει κάτι το οποίο είναι λανθασμένο και υπονομεύει και την ίδια την κρατική μας οντότητα. Και αν αυτή η συζήτηση οδηγήσει σε μια διελκυστίνδα με τη Βρετανία, εδώ είμαστε, με πολιτικά και νομικά επιχειρήματα να χειριστούμε το ζήτημα.


Αλλά η θέση ότι το θέμα των Βάσεων «θα το χειριστούν τα παιδιά και τα εγγόνια μας», που ακούστηκε από το στόμα του κ. Χριστόφια το 2008, ή η θέση ότι δεν πρέπει να αγγίξουμε καθόλου το θέμα, είναι σε διάσταση και με την πραγματικότητα και με το τι γίνεται διεθνώς, αλλά και με το κοινό λαϊκό αίσθημα, που θέλει να καταργηθούν οι Βρετανικές Βάσεις. Θεωρούμε ότι η γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για τον Μαυρίκιο προσφέρει ένα ακόμη όπλο, ώστε να καθίσουμε στο τραπέζι με τους Βρετανούς.


Επιπρόσθετα, το επικείμενο Brexit είναι ακόμα ένας λόγος για να ανοίξουμε τη συζήτηση. Και πραγματικά μας προκαλεί μεγάλη εντύπωση ο τρόπος με τον οποίο η Κυβέρνηση Αναστασιάδη αρνείται να συζητήσει αυτά τα ζητήματα με την υπόλοιπη πολιτική ηγεσία.
Ο Τάσσος ήταν έτοιμος να ανοίξει το θέμα σε περίπτωση επανεκλογής του το 2008; Επιθυμούσε κατάργησή τους;


Το 2007 ο Τάσσος Παπαδόπουλος άνοιξε πρώτος το θέμα των Βρετανικών Βάσεων, τότε ως «αντίμετρο» στη στρατηγική συμφωνία που είχε υπογράψει η Βρετανία με την Τουρκία. Σε περίπτωση επανεκλογής του, θα είχαμε τουλάχιστον μια επαναδιαπραγμάτευση της σχέσης της Κυπριακής Δημοκρατίας με τις Βρετανικές Βάσεις. Αν αυτή η επαναδιαπραγμάτευση δημιουργούσε τις συνθήκες ακόμα και για την κατάργησή τους, τότε ναι, καθώς δεν πιστεύω ότι υπάρχει Ελληνοκύπριος που θέλει στο έδαφός του Βρετανικές Βάσεις.


Ας μην ξεχνάμε ότι η αποδοχή τους, στο πλαίσιο των συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου, ήταν μια αναπόφευκτη επιλογή από έναν λαό που διψούσε για την ελευθερία του και διαπραγματευόταν με τον κατακτητή του. Δεν μπορεί να θεωρείται δίκαιη μια τέτοια συμφωνία, γιατί προφανώς ο ένας είναι σε θέση ισχύος και ο άλλος σε θέση αδυναμίας. Συμβιβαστήκαμε με δύο Βάσεις που 60 χρόνια μετά είναι αποικιοκρατικές, αναχρονιστικές και ξεπερασμένες.
Μετά τις Ευρωεκλογές για ενδιάμεσο


Μετά τις Ευρωεκλογές, οι προσπάθειες των κομμάτων του ενδιάμεσου για δημιουργία ισχυρού τρίτου πόλου θα συνεχιστούν ή έχει καταρρεύσει η προσπάθεια;


Δεν έχει καταρρεύσει σίγουρα, αλλά δεν θα έλεγα ότι υπάρχουν αυτήν τη στιγμή οι ιδανικές συνθήκες και το εύφορο έδαφος, το οποίο υπήρχε προηγουμένως. Δεν είναι και η πιο δόκιμη περίοδος να επανεξετάσουμε το ενδεχόμενο, για λόγους που αφορούν το ευρύτερο πολιτικό περιβάλλον. Όμως, το Δημοκρατικό Κόμμα ούτε αποκλείει ούτε προεξοφλεί. Είμαστε η μεγαλύτερη δύναμη του κεντρώου χώρου και θα σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων αν κρίνουμε ότι πρέπει να αναλάβουμε ξανά την πρωτοβουλία μετά τις Ευρωεκλογές. Αυτό θα το κρίνουμε όταν έρθει η ώρα.