Αναλύσεις

Στη σκιά του κορωνοϊού: Σκληρό ροκ με το ενεργειακό της Τουρκίας και τις τιμές του πετρελαίου

Κενό αποτροπής και απειλή τουρκικών τετελεσμένων λόγω παγώματος γεωτρήσεων - Μπορεί ο κορωνοϊός να φέρει το τέλος του Ερντογάν και πόσο επικίνδυνος μπορεί να γίνει με τη θηλιά του ΔΝΤ στο λαιμό, και η ανανέωση της στρατηγικής μας

Στα νοσοκομεία δίνονται μάχες ζωής και θανάτου και στις αγορές «ανθεί» ο πόλεμος των τιμών του πετρελαίου. Οι επιπτώσεις της οικονομικής και πετρελαϊκής κρίσης, ως αποτέλεσμα του κορωνοϊού και άλλων μεταβλητών, αγγίζουν για τα καλά την Κύπρο. Αρχικά η Exxon και εν συνεχεία ως φαίνεται η TOTAL και η ΕΝΙ θα παγώσουν τις έρευνές τους εντός της κυπριακής ΑΟΖ για το 2020, για ένα περίπου χρόνο, καλύπτοντας ως φαίνεται και τμήμα του 2021. Η αναστολή της δράσης των αμερικανικών, ιταλικών και γαλλικών εταιρειών στην κυπριακή ΑΟΖ για ένα χρόνο δημιουργεί κενό ασφάλειας και νέα δεδομένα. Και πρωτίστως εγκυμονεί τον κίνδυνο να αλωνίζει η Τουρκία μόνη της εντός της κυπριακής ΑΟΖ με σκοπό την πρόκληση νέων τετελεσμένων επί του ενεργειακού ζητήματος, που θα δύναται εν συνεχεία να τα χρησιμοποιήσει προς όφελός της είτε λυθεί είτε όχι το Κυπριακό. Το συναφές ερώτημα είναι κατά πόσον θα πρέπει ή όχι η Κυβέρνηση να επανεξετάσει τις στρατηγικές επιλογές επί τη βάσει σειράς μεταβλητών, που ξεκινούν από την ενέργεια, την οικονομία, τις ένοπλες δυνάμεις, τις στάσεις και τις στρατηγικές όσων μεγάλων δυνάμεων εμπλέκονται στην περιοχή μας και, κυρίως, λαμβάνοντας υπόψη την τουρκική πολιτική, που είναι επίσης συνάρτηση όλων αυτών και άλλων παραγόντων. Ερώτημα νέο, λοιπόν: Τερματίζεται, μειώνεται ή αυξάνεται η τουρκική απειλή;

Γιατί συγκλίνουν τα κυπριακά συμφέροντα στην ενέργεια με αυτά των ΗΠΑ και της Σ. Αραβίας
Ποιο μπορεί να είναι το οικονομικό σωσίβιο του Ερντογάν
Επηρεάζεται ή όχι ο τουρκικός στρατός από την κρίση

Πτώση τιμής χωρίς… πολλά οφέλη

Η πτώση της τιμής του πετρελαίου δεν προέκυψε μόνο από τη μειωμένη ζήτηση στις αγορές, ως αποτέλεσμα του κορωνοϊού, αλλά και λόγω πολιτικών και οικονομικών παιχνιδιών που δεν υπολογίζουν το ανθρώπινο κόστος, αλλά βλέπουν και εργάζονται πέραν αυτού. Πατούν επί πτωμάτων αν χρειαστεί και σχεδιάζουν για την επόμενη μέρα, εφόσον τα κράτη θα συνεχίσουν να υπάρχουν και οι οικονομίες θα πρέπει να λειτουργήσουν σε ένα σκληρό και ανελέητο ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η τιμή του πετρελαίου μετά την πτώση έφτασε ακόμη και τα 21 δολάρια το βαρέλι. Κάποιος βέβαια θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η εξέλιξη αυτή ήταν σπουδαία. Και αυτό θα μπορούσε να είχε νόημα εάν ήταν αποτέλεσμα κανονικών οικονομικών συνθηκών. Αληθές είναι ότι ούτε οι απλοί άνθρωποι, ούτε τα εργοστάσια και οι περισσότερες εταιρείες απολάμβαναν την πτώση των τιμών του πετρελαίου, όπως θα ήθελαν. Και συμβαίνει αυτό λόγω των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν παντού για την ασφάλεια των πολιτών, οι οποίοι βρίσκονται καθηλωμένοι στο σπίτι τους για να προστατεύσουν τον εαυτό τους και τους άλλους από την απειλή του κορωνοϊού. Ούτε αυτοκίνητα κυκλοφορούν, όπως προ μερικών μηνών, ούτε η κατανάλωση για τη θέρμανση μπορεί να φέρει την αυξημένη ζήτηση, αφού κινούμαστε από την άνοιξη προς το καλοκαίρι. Το ίδιο συμβαίνει και με την πλειοψηφία των εργοστασίων. Εταιρείες κολοσσοί, από την Ευρώπη και δη την Ιταλία ώς τις ΗΠΑ, αναστέλλουν τον κύκλο των εργασιών τους.

Η χαριστική βολή

Η «χαριστική βολή» στην πτώση της τιμής του πετρελαίου δόθηκε όταν, στις 6 Μαρτίου, Ρωσία και Σαουδική Αραβία απέτυχαν να καταλήξουν σε συμφωνία για τη μείωση της παραγωγής και τη σταθεροποίηση των τιμών. Η Ρωσία αρνήθηκε να εγκρίνει την πρόταση της Σαουδικής Αραβίας, που προβλέπει μείωση 1,5 εκατομμυρίου βαρελιών ημερησίως, από την 1 Απριλίου ώς το τέλος του έτους. Η αντίδραση του Ριάντ ήταν πολύ σκληρή και ανακοίνωσε την άντληση πετρελαίου χωρίς όρια! Και έτσι οι τιμές έφτασαν ώς και τα 21 δολάρια ανά βαρέλι. Το ερώτημα ήταν αν θα μπορούσαν να ξεπεράσουν έναν τέτοιο «πόλεμο» είτε οι Ρώσοι είτε οι Σαουδάραβες, αλλά και ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία, που σήμαινε την εμπλοκή των ΗΠΑ.

Κτυπήματα κάτω από τη μέση

Το παιχνίδι είναι πολύ πιο περίπλοκο απ’ ό,τι φαίνεται. Στην πραγματικότητα, η Ρωσία ήθελε μια ελεγχόμενη αύξηση της τιμής του πετρελαίου, μετά τις πρώτες πτώσεις, για να μπορεί να περιορίσει το κόστος αλλά και να κτυπήσει, ταυτοχρόνως, μαζί με τη Σαουδική Αραβία νέες αγορές, στις οποίες «εισέβαλαν» οι ΗΠΑ, οι οποίες αφού κάλυψαν τις εσωτερικές τους ανάγκες με την παραγωγή πετρελαίου από τον σχιστόλιθο, μείωσαν τις εισαγωγές και άρχισαν να αυξάνουν τις εξαγωγές πετρελαίου. Οι Ρώσοι θα μπορούσαν να έχουν όφελος με τιμές ώς τα 45 δολάρια το βαρέλι. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα προκαλείτο πρόβλημα στον προϋπολογισμό τους, δηλαδή δεν θα ήταν ελλειμματικός, ενώ θα μπορούσαν να μπουν σε νέες αγορές με την προσδοκία να τις κρατήσουν και στη συνέχεια, δηλαδή μετά την κρίση. Το πρόβλημα για τη Σαουδική Αραβία είναι το εξής: Για να μην έχει πρόβλημα στον προϋπολογισμό της, ο οποίος είναι υψηλός, θα πρέπει να πουλά στα 83 δολάρια το βαρέλι. Συνεπώς, εάν υιοθετούσε πολιτική, που θα είχε όφελος μόνο για τη Ρωσία, τότε θα έχανε και η ίδια και οι ΗΠΑ, οπότε προτίμησε να εκβιάσει τη Μόσχα ρίχνοντας ακόμη πιο κάτω, δηλαδή κάτω από τα 45 δολάρια την τιμή του πετρελαίου, ώστε να προκαλέσει κόστος στη Μόσχα σε δυο επίπεδα. Στο νομισματικό, αφού έπεσε το ρούβλι κατά 7%, καθώς και στα εθνικά εισοδήματα, δηλαδή στον ισοσκελισμό του προϋπολογισμού. Η ίδια η Σαουδική Αραβία με υψηλά εξωτερικά συναλλαγματικά αποθεματικά της τάξης των 500 δις δολαρίων θα ήταν δυνατό να αντέξει την πίεση με την προσδοκία να κερδίσει νέες αγορές, κτυπώντας, ταυτοχρόνως, και την αμερικανική. Και αυτό άρχισε να συμβαίνει διότι, λόγω της χαμηλής τιμής του πετρελαίου, οι εταιρείες των ΗΠΑ που παρήγαγαν σχιστόλιθο έφτασαν στα όριά τους. Κάποιες ανέστειλαν τις εργασίες τους, αφού είναι πιο συμφέρουσα η επιλογή αγοράς πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία παρά μέσω της παραγωγής σχιστόλιθου. Επειδή, μάλιστα, οι Σαουδάραβες μπορούν να έχουν χαμηλότερο κόστος παραγωγής, δεν έπλητταν μόνο τις ρωσικές, αλλά και τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες παραγωγής και πώλησης πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς και άλλα μέλη του OPEC. Μεταξύ αυτών των εταιρειών που επλήγησαν είναι η Exxon, η ENI και η TOTAL. Τα πετρελαιοπαραγωγά κράτη που δεν έχουν αρκετά μετρητά για να καλύψουν το έλλειμμά τους, όπως το Ιράν, η Βενεζουέλα και η Νιγηρία, απειλούνταν και απειλούνται άμεσα από την πτώση των τιμών. Ταυτοχρόνως, αυτή η διαδικασία θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολιτική και κυβερνητική αστάθεια εντός των χωρών αυτών. Έτσι, τα κράτη που φέρουν αυτά τα χαρακτηριστικά είναι φυσικό να ευνοούν τη μείωση της παραγωγής, έτσι ώστε οι τιμές να αυξάνονται. Ως εκ τούτου, μεγαλώνει η εξάρτησή τους από τους Αμερικανούς, αφού μόνο οι ΗΠΑ μπορούσαν να επηρεάσουν τη Σ. Αραβία να αλλάξει πολιτική στάση.
Αντιθέτως, τα κράτη που έχουν τη δυνατότητα να καλύψουν το έλλειμμά τους βραχυπρόθεσμα, όπως η Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, δεν θα είχαν πρόβλημα με τις χαμηλές τιμές, αφού προσδοκούσαν στη δική τους κυριαρχία με χαμηλό κόστος παραγωγής και κατάκτηση νέων αγορών, διότι ούτε οι Ρώσοι ούτε οι Αμερικανοί ή άλλοι θα πουλούσαν με μεγάλες ζημιές.

Ρωσο-αμερικανική συμμαχία

Κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας μεταξύ του Προέδρου Πούτιν και του Προέδρου Τραμπ, ο τελευταίος ανέλαβε πρωτοβουλία για μια φόρμουλα στη βάση του αμοιβαίου οφέλους, που τελικά έγινε δεκτή την περασμένη Κυριακή και προβλέπει τη μείωση του 10% της παγκόσμιας παραγωγής. Οι ΗΠΑ έχουν τη δύναμη να επηρεάζουν τη Σαουδική Αραβία να καταλήξει σε συμβιβασμό. Αυτό συνέβη, βεβαίως, κάτω και από κύμα απειλών, αφού εντός των ΗΠΑ υπήρξαν πολιτικές και οικονομικές φωνές, οι οποίες κάλεσαν την Κυβέρνηση να λάβει μέτρα και κυρώσεις εάν οι Σαουδάραβες αρνούνταν να αλλάξουν την πολιτική τους και να μειώσουν την παραγωγή τους.

Μέσα σε αυτό το κλίμα η Exxon ανακοίνωσε την αναστολή των γεωτρήσεών της εντός της ΑΟΖ της Κύπρου για ένα χρόνο, λόγω των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει. Ως αποτέλεσμα του οικονομικού προβλήματος από το οποίο μαστίζονται οι πετρελαϊκές εταιρείες, αναγκάζονται να μειώσουν τον προϋπολογισμό τους. Πρέπει να τακτοποιήσουν τις προτεραιότητές τους με εξοικονόμηση χρημάτων. Βεβαίως, δεν μπορούν να αγνοήσουν τις επενδύσεις τους. Ωστόσο, όταν ξεσπά μια κρίση, προτεραιότητα είναι η διάσωση της εταιρείας με περικοπή δαπανών. Όταν σταθούν στα πόδια τους, τότε μπορούν να επανέλθουν στα σχέδια περί της εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου, που βρίσκονται στην ΑΟΖ της Κύπρου.

Τουρκική οικονομία και ένοπλες δυνάμεις

Ασχέτως του τι συμβαίνει με τις πετρελαϊκές εταιρείες των ΗΠΑ, η Τουρκία ανακοίνωσε ότι το δικό της ενεργειακό πρόγραμμα και οι γεωτρήσεις της θα συνεχιστούν εντός της Κυπριακής ΑΟΖ. Δεδομένου ότι οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες παγώνουν τις δραστηριότητές τους εντός της ΑΟΖ της Κύπρου, η Τουρκία μπορεί να έχει την ευκαιρία να δράσει μόνη της έχοντας ως στόχο να δημιουργήσει νέα τετελεσμένα για να τα χρησιμοποιήσει είτε στις όποιες διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού είτε δεν διευθετηθεί το πρόβλημα. Το πάγωμα των γεωτρήσεων και οι απουσία Αμερικανών, Γάλλων, Ιταλών και άλλων στην ΑΟΖ της Κύπρου διογκώνει το υπάρχον κενό ασφαλείας, προσφέροντας πλεονέκτημα στην Τουρκία να κυριαρχήσει στη θάλασσα ακόμη περισσότερο. Το ερώτημα είναι κατά πόσον η κρίση θα περιορίσει ή όχι την τουρκική απειλή και τις δυνατότητες των ενόπλων δυνάμεων της χώρας ή όχι. Επί τούτου θα πρέπει να επισημανθούν τα εξής:

Α) Η Τουρκία όπως και όλα τα κράτη θα επηρεαστούν αρνητικά από την κρίση και την ύφεση. Η Άγκυρα έχει βεβαρημένο πρόβλημα στο αναπνευστικό της σύστημα, λόγω των αγκυλώσεων στον τραπεζικό τομέα, του μόνιμου προβλήματος στο ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών, το οποίο είναι ζήτημα συναφές με τη συνεχή πτώση της λίρας, που αυξάνει τα χρέη που έγιναν σε δολάρια και ευρώ. Η όλη κατάσταση πληγώνει την αξιοπιστία της χώρας διεθνώς και καθιστά και τον λαό και το κράτος φτωχότερους. Κατά πολλούς, η Τουρκία βρίσκεται ένα βήμα πριν από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο δεν θέλει με τίποτε ο Ερντογάν, διότι σημαίνει έλεγχο στα οικονομικά της χώρας, γεγονός που θα αποτελέσει και την αρχή του τέλους της κυριαρχίας του, αφού το 2023 έχει εκλογές. Πώς θα γίνει νέος Ατατούρκ με τη θηλιά του ΔΝΤ στον λαιμό; Πάντως, λόγω της πτώσης της τιμής του πετρελαίου, η Τουρκία, η οποία αναγκάζεται να εισαγάγει το μεγαλύτερο μέρος του φυσικού αερίου και του πετρελαίου για την κάλυψη των αναγκών της, εκτιμάται ότι μπορεί να έχει κέρδος της τάξης των 16 δις δολαρίων, δηλαδή περί το 15% επί του ΑΕΠ, εάν η τιμή δεν υπερβεί το επόμενο διάστημα τα 45 δολάρια το βαρέλι. Αυτή είναι μια εξέλιξη που ίσως αποβεί σημαντική για τη σωτηρία της τουρκικής οικονομίας και του Ερντογάν, ο οποίος θα πρέπει να προχωρήσει αρχικά σε παροχές και μετά σε δημοσιονομική πειθαρχία.

Β) Η οικονομία περνά μεν κρίση, αλλά στην Τουρκία τα πράγματα διαφέρουν ακόμη από άλλες χώρες. Αφενός οι Ένοπλες Δυνάμεις έχουν ένα σημαντικό μέρος του προϋπολογισμού, το οποίο δύσκολα ενοχλεί κάποιος, ενώ ο Στρατός διαθέτει ένα ισχυρό Ταμείο Συντάξεων και δικές του εταιρείες, οι οποίες ακόμη και τώρα, παρά την κρίση, τα πάνε καλά. Το 2019 οι ρυθμοί ανάπτυξης της Τουρκίας ήταν μόνο 0,9%, ενώ υπολογίζονταν περί το 3,2%, οι δε δαπάνες για την άμυνα ήταν αυξημένες. Είχαν ήδη αυξηθεί από το 2018 σε ποσοστό 24% και σε πραγματικούς αριθμούς στα 19 δις δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί στο 24% επί του ΑΕΠ, το οποίο για το 2020 εκτιμάται ότι θα πέσει στο -5%. Συνεπώς, ακόμη και αν μειωθούν οι δαπάνες για την άμυνα το επόμενο διάστημα, ο αξιόμαχος χαρακτήρας του τουρκικού στρατού δεν θα επηρεαστεί δραματικά, για να μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι θα μειωθεί η τουρκική απειλή ή θα αλλάξει η επιθετικότητα της Τουρκίας. Το επικίνδυνο στοιχείο δεν είναι μόνο οι θέσεις της αντιπολίτευσης, που είναι πιο ακραίες από αυτές του Ερντογάν στο Κυπριακό και στο Αιγαίο, αλλά και η περίπτωση να βρεθεί ο Τούρκος Πρόεδρος κάτω από την πίεση του ΔΝΤ. Διότι, τότε είναι που θα αυξηθούν οι πιθανότητες να εξωτερικεύσει την κρίση για να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη και να μειώσει το κόστος που θα επιδιώξει να του προκαλέσει η αντιπολίτευση εάν «τολμήσει» λόγω οικονομικών προβλημάτων να αναστείλει το ενεργειακό πρόγραμμα, κυρίως εντός της κυπριακής ΑΟΖ, όπου θα έχει διπλό πλεονέκτημα για να αλωνίζει μόνος. Γιατί; Διότι αφενός θα έχει ένα χρόνο να δρα χωρίς την παρουσία που έχουν σήμερα Αμερικανοί, Γάλλοι και Ιταλοί, όση βεβαίως έχουν, και αφετέρου την απουσία επαρκούς αποτροπής από πλευράς κυπριακών ενόπλων δυνάμεων.

Ανανέωση και αναθεώρηση στρατηγικής

Υπό αυτές τις νέες συνθήκες, η Κύπρος λογικό είναι να προσπαθήσει να ανανεώσει, ακόμη και να αναπροσαρμόσει τις τακτικές τής στρατηγικής που υιοθετεί με άλλες χώρες, όπως η Ελλάδα, το Ισραήλ και η Αίγυπτος, εκεί και όπου χρειάζεται, με σκοπό την υπεράσπιση των συμφερόντων της και την αποτροπή της δημιουργίας νέων τουρκικών τετελεσμένων εντός της κυπριακής ΑΟΖ το επόμενο διάστημα. Όταν, δηλαδή, θα αυξηθεί το κενό ασφάλειας, σε περίπτωση που θα περιοριστεί η παρουσία των συνεταίρων μας στο φυσικό αέριο λόγω του παγώματος των ερευνών τους.
Ένα νέο στρατηγικό σχέδιο πρέπει να βασίζεται:
A. Στα στρατηγικά συμφέροντα των κρατών που εμπλέκονται στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου. Αυτό που είναι σημαντικό να διευκρινιστεί είναι εάν τα μακροπρόθεσμα σχέδια παραμένουν τα ίδια ή όχι. Εάν υπάρχουν νέα, τότε τα εμπλεκόμενα κράτη θα πρέπει να εξετάσουν εάν τα συμφέροντά τους εξακολουθούν να συμπλέουν ή όχι. Με αυτόν τον τρόπο μπορούν να αντιληφθούν εάν έχουν ακόμη κοινά συμφέροντα ή εάν υπάρχει γόνιμο έδαφος για να ευθυγραμμιστούν εκ νέου τα συμφέροντά τους στους τομείς όπου ενδέχεται να προέκυψαν αποκλίσεις λόγω της κρίσης.

Β. Κοινές απειλές που αντιμετωπίζουν όλες οι εμπλεκόμενες χώρες. Από αυτήν την άποψη, πρέπει να εξεταστεί εάν οι τουρκικοί στρατηγικοί στόχοι παραμένουν ανένδοτοι ή όχι. Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει κανένα σημάδι ότι η τουρκική πολιτική έχει αλλάξει. Αντιθέτως. Η Τουρκία ανακοίνωσε νέο κύκλο ερευνών στην ΑΟΖ της Κύπρου.

Γ. Η πολιτική βούληση των εμπλεκομένων στην περιοχή κρατών για την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου να συνεχίσουν τη συνεργασία τους ή να την εμβαθύνουν. Η δημιουργία συμμαχίας εξαρτάται από τα εθνικά συμφέροντα των εμπλεκομένων μερών, κατά πόσον δηλαδή συνεχίζουν να συγκλίνουν και να είναι σύμφωνα με τους στρατηγικούς τους στόχους.
Δ. Πρέπει να ληφθούν υπόψη οι στρατηγικές και τα συμφέροντα των περιφερειακών και μεγάλων δυνάμεων, καθώς και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία (ΕΕ και τα κορυφαία κράτη μέλη της, ΗΠΑ, Ρωσία κ.λπ.). Επί τούτου υπογραμμίζουμε ότι δύσκολα μπορούν να αλλάξουν οι στρατηγικές επιλογές των ΗΠΑ στον τομέα της ενέργειας και δη σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο της εξάρτησης της Γερμανίας και της υπόλοιπης Ευρώπης από το φτηνό φυσικό αέριο της Ρωσίας. Συνεπώς, για γεωπολιτικούς και κυρίως για ενεργειακούς και οικονομικούς σκοπούς, οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν την αύξηση της τιμής του πετρελαίου στα 70 δολάρια ανά βαρέλι και πέραν αυτού, ώστε να έχουν εκ νέου τη δυνατότητα να στηριχθούν στον σχιστόλιθο για να σώσουν τις εταιρείες τους και θέσεις εργασίας, καθώς και τις επενδύσεις. Μια τέτοια εξέλιξη, δηλαδή η αύξηση των τιμών, βοηθά και τη Σαουδική Αραβία, αλλά και την επιλογή του EastMed. Η αύξηση της τιμής του πετρελαίου συναρτάται με τους αυξημένους ρυθμούς ανάπτυξης του 2021, που θα προκύψουν μετά την ύφεση του 2020, αφού η ζήτηση θα αυξηθεί αναλόγως. Συνεπώς, η κρίσιμη περίοδος για την Κύπρο είναι μέχρι την επαναφορά των πετρελαϊκών εταιρειών στην ΑΟΖ της. Και εδώ είναι που θα πρέπει να γίνουν οι στρατηγικές κινήσεις για την αποτροπή των τετελεσμένων μεταξύ του 2021 και του 2022. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να εργαστούμε στη βάση του χειρότερου σεναρίου για να φτάσουμε στο καλύτερο. Θα πρέπει, τάχιστα, να πραγματοποιηθούν οι διμερείς, τριμερείς και πολυμερείς συναντήσεις των κρατών της περιοχής μας, ακόμη και τηλεδιασκέψεις. Η επιβεβαίωση και η εδραίωση των συμμαχιών με Ισραήλ, Ελλάδα, Αίγυπτο, ΗΠΑ, Γαλλία, Ιταλία και ΕΕ στον τομέα της ενέργειας και της ασφάλειας είναι υψίστης σημασίας. Διότι, αυτήν τη φορά πρέπει να δούμε τις μεταβλητές και πέραν της κρίσης, δηλαδή πέραν της μύτης μας…

*Δρ των Διεθνών Σχέσεων