Αναλύσεις

Στήνει ανατολίτικο παζάρι η Άγκυρα με φόντο την πολιτική του εκκρεμούς και τη ισχύος

Οι επαφές Μπάιντεν, η επαναπροσέγγιση Τουρκίας - ΗΠΑ και η επιλογή του ΝΑΤΟ - Πώς η Ελλάδα είναι έτοιμη να δώσει κυριαρχικά δικαιώματα μέσω Χάγης και ποιες επιλογές έχει η Λευκωσία για να απαλλαγεί από την κατοχή

ΦΩΤΟ ΝΑΤΟ.jpg

Η επίσκεψη του Αμερικανού Προέδρου Τζον Μπάιντεν στην Ευρώπη αυτήν την εβδομάδα είναι συναφής με τη στρατηγική αρχιτεκτονική που η χώρα του θέλει να οικοδομήσει με την Ευρώπη και τη Ρωσία. Από το κάδρο βεβαίως δεν μπορούν να λείπουν ούτε η Ελλάδα ούτε η Κύπρος, λόγω της γεωπολιτικής τους θέσης, καθώς και των σχέσεών τους με την Τουρκία, που είναι συγκρουσιακές με αποτέλεσμα να αναζητούνται διευθετήσεις μέσα από διαδικασία διαλόγων. Διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι: «Στο πλαίσιο των διαδικασιών αυτών τόσο στα ελλαδοτουρκικά όσο και στο Κυπριακό, καθώς και στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, η Άγκυρα στήνει ανατολίτικο παζάρι». Αληθές είναι ότι η Τουρκία είναι αυτή που μοιράζει χαρτί, διότι μέχρι στιγμής ασκεί με επιτυχία την πολιτική της ισχύος σε ό,τι αφορά το Κυπριακό και τα Ελλαδοτουρκικά, καθώς και τη στρατηγική του εκκρεμούς στις σχέσεις της με τη Μόσχα και την Ουάσινγκτον. Δηλαδή όταν δεν της κάνουν τα χατίρια οι Αμερικάνοι, η Άγκυρα στρέφεται προς τους Ρώσους και αντίστροφα.

Τι αξιώνει η Τουρκία από την Ελλάδα και τα αθωράκιστα νησιά
Γιατί η Άγκυρα θα ζητήσει από τις ΗΠΑ ανταλλάγματα σε Αιγαίο και Κύπρο
Πώς η νέα ρωσική απειλή αυξάνει την εξάρτηση της ΕΕ από την Αμερική

Το άλλοθι της Χάγης

Στο περιθώριο των εργασιών του ΝΑΤΟ στις 14 Ιουνίου θα πραγματοποιηθεί συνάντηση του Έλληνα Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη με τον Τούρκο Πρόεδρο, Ταγίπ Ερντογάν, με απώτερο στόχο τη συνέχιση ενός διαλόγου στον οποίον, όμως, δεν υπάρχει ακόμη κοινή βάση. Η Ελλάδα υποστηρίζει ότι υπάρχει μόνο ένα θέμα, το οποίο θα πρέπει να συζητηθεί, δηλαδή ο καθορισμός της υφαλοκρηπίδας. Ως εκ τούτου, το ζήτημα αυτό μπορεί να επιλυθεί επί τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου και αν αυτό είναι δυνατό μέσω της προσφυγής αμφοτέρων των κρατών στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, όπου βεβαίως η Αθήνα δεν πρόκειται να πάρει το 100% των δικαιωμάτων της. Και αυτό το γνωρίζει εκ των προτέρων. Θεωρεί όμως ότι με τον τρόπο αυτό θα δώσει δικαιώματα στην Τουρκία που δεν της ανήκουν, χωρίς να κατηγορηθεί η όποια Κυβέρνηση για εσχάτη προδοσία. Η ευθύνη της απώλειας ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων θα μεταβιβαστεί στους ώμους του Διεθνούς Δικαστηρίου, που, ως γνωστόν, δεν λειτουργεί όπως εκείνα των εθνών-κρατών αλλά με πολιτικά, εκτός των άλλων, κριτήρια. Η Άγκυρα δεν ικανοποιείται με την όποια παραχώρηση μπορεί να κάνει η Ελλάδα μέσω του Διεθνούς Δικαστηρίου, αλλά επιμένει στη στρατηγική της Γαλάζιας Πατρίδας διά της δημιουργίας τετελεσμένων τόσο στο Αιγαίο όσο και στην περιοχή μεταξύ Ρόδου, Καστελορίζου, Κύπρου, καθώς και σε εκείνη ανάμεσα στη Λιβύη, την Κρήτη και τη Ρόδο. Και μάλιστα το πράττει διά κρίσεων και της σκιάς της ισχύος της. Γίνεται δε σαφές ότι ο οποιοσδήποτε ελλαδοτουρκικός διάλογος θα περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, αφήνοντας έτσι τους Έλληνες στο έλεος των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων και στη μόνιμη απειλή αποβατικών επιχειρήσεων εάν η Αθήνα δεν υποχωρεί στις όποιες αξιώσεις της Άγκυρας σε μελλοντικό στάδιο. Στόχος είναι η αλλαγή της Συνθήκης της Λωζάννης, που θα επιτρέπει ακόμη και αυτήν την αναγνώριση τουρκικής μειονότητας στη Θράκη. Στον αντίποδα η Ελλάδα αφήνει εκτός ατζέντας την Ίμβρο και την Τένεδο, καθώς και την ελληνική μειονότητα στην Πόλη και τις διάφορες περιπτώσεις ιδιοκτησίας.

Το τρίγωνο Τουρκία, ΗΠΑ, Ρωσία

Είναι ψευδαίσθηση να πιστεύει κάποιος ότι οι ΗΠΑ θα τραβήξουν το αφτί της Τουρκίας για χατίρι των Ελλήνων και ότι θα την ρίξουν έτσι στις αγκάλες της Ρωσίας, η οποία ψάχνει εναγωνίως για μια τέτοια ευκαιρία. Και την οποία χρησιμοποιεί η Άγκυρα για να παίζει με την Ουάσιγκτον. Εάν παρακολουθήσει κάποιος στενά τις προθέσεις των Αμερικανών, θα αντιληφθεί ότι στηρίζονται στη λογική του μαστιγίου και του καρότου. Όμως η χρήση του μαστιγίου δεν μπορεί να φτάσει στα άκρα. Διότι οι ΗΠΑ θέλουν την Τουρκία στο ΝΑΤΟ, αφού τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος δεν είναι σε θέση ακόμη να προσφέρουν εναλλακτικές στρατηγικές επιλογές στον μεγάλο ηγεμόνα. Μια τέτοια επιλογή θα μπορούσε να ήταν ο στρατιωτικός και στρατηγικός, καθώς και ο οικονομικός και ενεργειακός άξονας μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, με τις ευλογίες των ΗΠΑ, υπό την έννοια ότι ένας τέτοιος σχεδιασμός θα αφαιρούσε έστω και μερικώς τη δυνατότητα από την Άγκυρα να είναι τόσο αυθάδης έναντι και της Ουάσιγκτον και της Μόσχας. Οι Αμερικανοί φαίνεται να ευνοούν αυτές τις κινήσεις για να περιορίσουν τον ρόλο της Τουρκίας εμπλέκοντας μάλιστα στο παιχνίδι και την Αίγυπτο. Δεν διαφαίνεται μάλιστα αλλαγή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στις σχέσεις του Ισραήλ με τη Σαουδική Αραβία και άλλες αραβικές χώρες, που αποκαθίστανται επί τη βάσει κοινών συμφερόντων και δημιουργίας νέων υποσυστημάτων ασφαλείας, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η Ανατολική Μεσόγειος.

Οι S-400 και τα ανταλλάγματα…

Διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι στη συνάντηση μεταξύ Μπάιντεν - Ερντογάν θα επιδιωχθεί η επαναπροσέγγιση ειδικώς στους τομείς κοινών ενδιαφερόντων. Η απενεργοποίηση τον S-400 δεν μπορεί να γίνει δεκτή από την Τουρκία, διότι αυτό θα σημαίνει ρήξη στις σχέσεις της με τη Μόσχα και αποδυνάμωση της πολιτικής του εκκρεμούς, την οποία εφαρμόζει η Άγκυρα με επιτυχία. Όμως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ούτε από τις ΗΠΑ. Αφενός διότι επιτρέπει αμαχητί στη Ρωσία να μπαίνει στη ΝΑΤΟϊκή αγορά εξοπλιστικών συστημάτων και, αφετέρου, είναι θέμα γοήτρου και ζητημάτων ασφαλείας. Συνεπώς, για να υπαναχωρήσει η Άγκυρα θα πρέπει να πάρει πολύ πιο ισχυρά ανταλλάγματα από τις ΗΠΑ συγκριτικά με το κόστος το οποίο θα προκληθεί στις σχέσεις της με τη Μόσχα από την απενεργοποίηση των S-400. Επί του παρόντος κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να συμβεί, αφού το Ισραήλ δεν επιθυμεί την ενίσχυση του ρόλου της Τουρκίας στην περιοχή, διότι ειδικώς μετά τα τελευταία γεγονότα στη Γάζα και την πλήρη στήριξη της Άγκυρας προς τη Χαμάς, οι σχέσεις των δύο χωρών έχουν χειροτερέψει αντί να βελτιωθούν.

Η τουρκική στρατηγική

Οι Τούρκοι βεβαίως δεν πρόκειται να σηκώσουν σε καμία περίπτωση λευκή σημαία και, ως εκ τούτου, θα επιμείνουν για ανταλλάγματα που θα αφορούν και το Αιγαίο και το Κυπριακό ως προϋποθέσεις για τη βελτίωση των σχέσεών τους με τις ΗΠΑ. Την Κύπρο την θεωρούν ήδη δεδομένη, απόδειξη δε τούτου είναι ότι μετά την Πενταμερή όχι μόνο ηπιότερη στάση δεν τηρεί η Άγκυρα, αλλά αντίθετα έχει προχωρήσει σε νέα τετελεσμένα στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου και αλλού. Στα Ελλαδοτουρκικά χρησιμοποιεί τον διάλογο, όπως και στο Κυπριακό, για να δημιουργεί γκρίζες ζώνες και εμπέδωση de facto καταστάσεων, με την προσδοκία να εξελιχθούν σε de jure. Δηλαδή να καταστήσει τις παρανομίες της νόμιμες στο πλαίσιο της αναθεωρητικής της πολιτικής. Μάλιστα, η Τουρκία έχει την πολυτέλεια να παίζει αυτό το ανατολίτικο παζάρι, διότι κατά τη συνάντηση του Ερντογάν μαζί με τον Μπάιντεν στην ατζέντα δεν θα βρίσκεται μόνο το Κυπριακό και τα Ελλαδοτουρκικά, αλλά και άλλα ζητήματα όπως η κατάσταση στη Λιβύη, στη Συρία, στη Μέση Ανατολή, ακόμη και στις περιοχές του Καυκάσου, όπου οι εξελίξεις σχετίζονται με τη συνάντηση του Αμερικανού Προέδρου με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντιμίρ Πούτιν. Άρα αυτό που θεωρούμε εμείς ως πολλά μέτωπα, τα οποία έχει ανοίξει η Τουρκία, η ίδια θα τα χρησιμοποιεί ως εργαλεία ισχύος και διαπραγμάτευσης, όχι για να δώσει, αλλά για να πάρει σε περίπτωση που θα θελήσουν οι Αμερικανοί να βελτιώσουν τις σχέσεις τους μαζί της. Η λογική αυτή στηρίζεται στην εξής πραγματικότητα: Η Άγκυρα έχει καταφέρει σε αρκετά σημεία να εναρμονίζει την αναθεωρητική της πολιτική με εκείνη της Ρωσίας. Αμφότερες οι αναθεωρητικές αυτές πολιτικές ανησυχούν τους Αμερικανούς. Γι’ αυτό άλλωστε και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ υπάρχει ένας επανασχεδιασμός, που στόχο έχει την αποτροπή της νέα ρωσικής απειλής που στρέφεται κυρίως σε βάρος των χωρών της Βαλτικής, της Ουκρανίας έως και της Πολωνίας, ενώ επεκτείνεται ταυτοχρόνως από την περιοχή του Καυκάσου προς τη Συρία και την ευρύτερη Μέση Ανατολή. Η Άγκυρα βρίσκεται παντού. Άρα συνομιλεί τόσο με τους Αμερικανούς όσο και με τους Ρώσους με καθεστώς οιονεί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και αυτό το αντιλαμβάνονται και η Ουάσιγκτον και η Μόσχα. Είναι πρόδηλον ότι όσο αυξάνεται η όποια ρωσική απειλή στην Ευρώπη, τόσο και πιο πολύ εξαρτάται η Ευρώπη από τις ΗΠΑ και την αποτρεπτική τους ικανότητα. Συνεπώς η ενίσχυση των σχέσεων ΗΠΑ - Ευρώπης έχει ως στόχο την αποτροπή της ρωσικής αναθεωρητικής πολιτικής, την οποία οι ΗΠΑ συνδέουν μαζί με την κινεζική απειλή. Διότι βλέπουν τη μεγαλύτερη παγκόσμια εικόνα.

Οι επιλογές και η αποχώρηση του Αττίλα

Τι θα πει, λοιπόν, ο Μπάιντεν στον Ερντογάν; Να εφαρμόσει το Διεθνές Δίκαιο; Να σταματήσει τις προκλήσεις στην Κύπρο και στο Αιγαίο; Του το είπαν και άλλοι χίλιες και μια φορές. Να του επιβάλει κυρώσεις; Μα, αφού ούτε η Ελλάδα ούτε η Κύπρος αξιώνουν πλέον κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας εντός της ΕΕ, διότι θα τιναχθεί στον αέρα ο ελλαδοτουρκικός διάλογος και η νέα Πενταμερής των δύο κρατών. Το θέμα δεν είναι μόνο τι θα πουν οι ΗΠΑ με την Τουρκία, αλλά ποια είναι η δική μας πολιτική σε σχέση με τους Αμερικανούς, το ΝΑΤΟ και τα συμφέροντά τους στην περιοχή μας. Και εδώ είναι που θα πρέπει να αποφασίσουμε εάν θα συνεχίσουμε ή όχι την πολιτική της Πενταμερούς και των δυο κρατών, που θα καταλήξει στην καλύτερη περίπτωση στην τουρκική λύση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, στην οποία χωρούν τα δυο κράτη όπως λένε οι Βρετανοί και θα στηρίξουν οι ΗΠΑ. Η άλλη επιλογή είναι αυτή της νέας αποτρεπτικής στρατηγικής με το Ισραήλ και την Ελλάδα, για τη συμμετοχή μας στη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας, που είναι συναφής με ενεργειακά ζητήματα. Και θα βαδίσουμε ως Κυπριακή Δημοκρατία υπό κατοχήν που αξιώνει από την ΕΕ και τις ΗΠΑ να συνδράμουν στην πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων και στην αποκατάσταση της εννόμου τάξεως, όπως οι αρχές και οι αξίες της ΕΕ και των ΗΠΑ καθώς και του Διεθνούς Δικαίου καθορίζουν. Βεβαίως, οι αρχές και αξίες κινούνται μαζί με τα συμφέροντα. Και δη του ΝΑΤΟ. Και εδώ είναι η ορθολογιστική πολιτική. Εφόσον η Ελλάδα κι εμείς δεν μπορούμε να διώξουμε τον τουρκικό στρατό, αυτός μπορεί να αποχωρήσει όταν η Κύπρος γίνει ΝΑΤΟ. Δεν θα έχει κανένα επιχείρημα η Τουρκία να βρίσκεται εδώ, όπως δεν θα υπάρχει κανένας λόγος για εγγυήσεις όταν θα ανήκουμε στην ίδια συμμαχία. Και αν η Άγκυρα πει όχι, τότε θα είναι που θα διαφανεί πέραν πάσης αμφιβολίας ότι δεν θέλει λύση αλλά τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την υποταγή μας... Η στρατηγική δεν έχει ταμπού και δεν μπορεί να είναι παγιδευμένη σε ιδεολογικές αγκυλώσεις, αλλά να στηρίζεται στους κανόνες του ρεαλισμού και να βρίσκει τρόπους να ανατρέπει τα τουρκικά τετελεσμένα μέσω των ΗΠΑ και όχι να προωθεί διά των Αμερικανών τις τουρκικές μορφές ομοσπονδίας και να είναι κατά τα άλλα ικανοποιημένη πανηγυρίζοντας για την ήττα μας...

*Δρ των Διεθνών Σχέσεων

(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής», 13/06/2021)