Συνεντεύξεις

Αισθάνομαι ότι έχω κλείσει τον κοινοβουλευτικό μου κύκλο

Μάρκος Κυπριανού: Το ΔΗΚΟ, δυστυχώς, σήμερα, βγάζει μια εικόνα αρνητικότητας
Συνεχής προσπάθειά μου είναι η επίτευξη συναίνεσης και άμβλυνσης των εσωτερικών αντιπαραθέσεων στο Δημοκρατικό Κόμμα, τονίζει ο αναπληρωτής πρόεδρός του
ΔΕΝ ΑΜΦΙΣΒΗΤΩ τη δημοκρατικότητα τού να αποφασίζει η πλειοψηφία, όμως είναι πιο δημοκρατικό το να λαμβάνεται υπ' όψιν και η άποψη της μειοψηφίας και να γίνεται προσπάθεια σύνθεσης και όχι επιβολής

Την αναγκαιότητα να μπορέσει το ΔΗΚΟ να συνθέσει τις διαφορετικές τάσεις και απόψεις που εκφράζονται στο εσωτερικό του, ώστε να βαδίσει συντεταγμένα προς τις βουλευτικέ εκλογές του ερχόμενου Μαΐου, επισημαίνει ο αναπληρωτής πρόεδρος του κόμματος, Μάρκος Κυπριανού. Ξεκαθαρίζει, ταυτόχρονα, πως, υπό τα υφιστάμενα δεδομένα, δεν είναι στις βλέψεις του η κάθοδος στις προσεχείς βουλευτικές εκλογείς, σημειώνοντας πως θεωρεί ότι, έπειτα από τρεις κοινοβουλευτικές θητείες, έχει ολοκληρώσει τον κοινοβουλευτικό του κύκλο. Αφήνει, παρ’ όλ' αυτά, ανοικτό το ενδεχόμενο, αν επισυμβούν σημαντικές εξελίξεις, είτε εσωκομματικά είτε στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό, να αναθεωρήσει τη συγκεκριμένη απόφασή του.
Το ΔΗΚΟ φαίνεται να βαδίζει προς τις βουλευτικές εκλογές βαθιά πολωμένο. Φρονείτε, ότι, τελικά, θα κατορθώσει να συσπειρώσει και να ενεργοποιήσει συντεταγμένα όλες τις δυνάμεις του;
Το ΔΗΚΟ αντιμετωπίζει μια πρόκληση αυτήν τη στιγμή και το θέμα είναι πώς θα τη χειριστεί. Για μένα, δεν είναι κακό αλλά θετικό σε ένα κόμμα να υπάρχει πολυφωνία και διαφορετικές απόψεις. Επανειλημμένα είχα πει ότι μία απόλυτη και μονόπλευρη προσέγγιση στα πράγματα, μόνον απολυταρχικά καθεστώτα θυμίζει. Αντίθετα, πιστεύω ότι διαφορετικές απόψεις, οι οποίες βέβαια μένουν στο πλαίσιο των κοινών βασικών αρχών, μπορούν να καλύψουν και μεγαλύτερες ομάδες ψηφοφόρων.


Το θέμα είναι να μπορεί το κόμμα να δημιουργεί συνθέσεις μέσα από τις διαφορετικές απόψεις, ώστε αυτές να μην καταλήγουν σε διάσπαση, αλλά αντίθετα να εμπλουτίζουν την τελική του τοποθέτηση. Μία σύνθεση απόψεων και μια συναινετική και συλλογική προσέγγιση όχι μόνον ενισχύουν την ενότητα του κόμματος, αλλά θα έχουν και μεγαλύτερη απήχηση στην κοινωνία. Έπειτα από διάφορες κρίσεις που πέρασε το κόμμα, σήμερα πιστεύω ότι είμαστε περισσότερο παρά ποτέ ενώπιον αυτής της πρόκλησης. Αν το πετύχουμε, εκτιμώ ότι το ΔΗΚΟ θα βγει κερδισμένο. Αν δεν το πετύχουμε, τότε η διάσπαση θα έχει επιπτώσεις και στις ψήφους.
Πολλοί σάς έφεραν ή σας ήθελαν να διαδραματίζετε ένα είδος γεφυροποιού ανάμεσα στις αντιπαρατιθέμενες δυνάμεις του κόμματος. Αισθάνεστε ότι διαδραματίσατε ή διαδραματίζετε έναν τέτοιο ρόλο;
Αυτή είναι η συνεχής μου προσπάθεια. Βεβαίως, πρέπει να γίνει αντιληπτόν ότι, εάν κάποιος θέλει να είναι αποτελεσματικός και να βοηθήσει στη συναίνεση και στην άμβλυνση των εσωτερικών αντιπαραθέσεων, δεν μπορεί να ενεργεί δημόσια. Γιατί, τότε μάλλον θα έχει αντίθετα αποτελέσματα. Σημασία έχει να πετύχεις θετικό αποτέλεσμα κι όχι αυτοπροβολή. Γι’ αυτό κι εγώ, διακριτικά και παρασκηνιακά, προσπαθώ, όπου μπορώ, να κατευνάζω τα πνεύματα και να δημιουργώ προϋποθέσεις συναίνεσης. Κάποιες φορές πετυχαίνει αυτή η προσπάθεια, κάποιες άλλες, όμως, όχι. Αλλά, αυτός παραμένει ο κύριος στόχος μου και είναι και ο βασικός λόγος για την ανάμειξή μου στα κομματικά ζητήματα.
Περιορισμένη η συλλογικότητα στο κόμμα
Είστε ικανοποιημένος από τον βαθμό συλλογικότητας με την οποία λειτουργεί το κόμμα;

Όχι, και γι’ αυτό είπα προηγουμένως ότι βρισκόμαστε ακόμα ενώπιον αυτής της πρόκλησης. Θέλω να επαναλάβω τη θέση μου: Δεν αμφισβητώ τη δημοκρατικότητα τού να αποφασίζει η πλειοψηφία με ψηφοφορία, όμως είναι πιο δημοκρατικό το να λαμβάνεται υπ' όψιν και η άποψη της μειοψηφίας και να γίνεται προσπάθεια σύνθεσης και όχι επιβολής. Για μένα, ο στόχος, που θα πρέπει να εξαντλείται μέχρι τέλους, είναι η συναίνεση και η προσπάθεια να βρεθούν κοινές συνισταμένες. Να δώσω ένα παράδειγμα: Εάν μπορούμε στη Βουλή, μέσα από συναινετικές διεργασίες, να υιοθετούμε ομόφωνα τη συντριπτική πλειοψηφία των νομοσχεδίων, γιατί να μην είναι δυνατό να το εφαρμόζουμε και εσωκομματικά;


Αυτό ήταν μια πρακτική που ακολουθούσαμε και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σπάνια ψηφίζαμε, αλλά πάντοτε πρυτάνευε η προσπάθεια να βρεθεί η κοινή συνισταμένη. Στο ΔΗΚΟ δεν το έχουμε πετύχει ακόμα στον βαθμό που πρέπει, έχουμε όμως και θετικά παραδείγματα, όπως η απόφαση του ΕΓ για το Κυπριακό, όπου με βάση εισήγηση της Γραμματείας, έπειτα από εξαντλητική συζήτηση βρέθηκε μια κοινή συνισταμένη, η οποία υιοθετήθηκε ομόφωνα. Ίσως είναι η πρώτη φορά, εδώ και πολύν καιρό, που στο ΔΗΚΟ είχαμε μια ομόφωνη τοποθέτηση για ένα τόσο σοβαρό θέμα. Άρα, μπορούμε να το πετύχουμε, όταν θέλουμε.
Μονόπλευρη και απόλυτη η εικόνα μας προς τα έξω
Σε μια παλαιότερη συνέντευξή σας και αναφερόμενος στα του κόμματος, είχατε πει ότι σημασία δεν έχει ποιος είναι Πρόεδρος, αλλά ποια πολιτική ακολουθεί το κόμμα. Θεωρείτε ικανοποιητική την παραγωγή πολιτικής εκ μέρους του Δημοκρατικού Κόμματος;

Υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης. Για ένα κόμμα, σημαντικό δεν είναι μόνον οι θέσεις του, αλλά και η απήχηση των θέσεών του. Και το ΔΗΚΟ, δυστυχώς, σήμερα, βγάζει μια εικόνα αρνητικότητας. Φαινόμαστε ότι είμαστε συνεχώς σε άρνηση και αντιπαράθεση με όλους. Θεωρώ ότι αυτή η στάση αφαιρεί και από την αξιοπιστία μας. Μας βλέπει ο κόσμος και λέει, ‘εντάξει, πάλι θα πουν όχι, πάλι θα ασκήσουν κριτική, πάλι θα είναι αρνητικοί’. Ενώ έχουμε σοβαρές θέσεις και απόψεις, δεν τις χειριζόμαστε με τρόπο που να εκπέμπουμε μια θετική εικόνα. Ο κόσμος μπορεί να θέλει να λέμε και να κρίνουμε τα κακώς έχοντα, όμως περιμένει, ταυτόχρονα, εισηγήσεις και προτάσεις, θέλει ελπίδα.


Σ’ αυτό το δεύτερο κομμάτι, υστερούμε ακόμα. Πιστεύω, λοιπόν, ότι θα πρέπει να αλλάξουμε την όλη προσέγγιση και φιλοσοφία της πολιτικής μας. Τώρα, όσον αφορά επιμέρους θέματα, αν ακολουθήσουμε τον συγκερασμό απόψεων, οι θέσεις μας δεν θα είναι μόνο πιο σοφές, αλλά θα έχουν και μεγαλύτερη απήχηση στους πολίτες. Όταν εκπέμπεται μια μονόπλευρη και απόλυτη εικόνα προς τα έξω, που στην πράξη δεν εκφράζει όλα τα μέλη μας, πώς μπορεί να πετύχει στήριξη και από το ευρύτερο κοινό;
Δεν εξυπηρετούμε ούτε εμάς, ούτε τον τόπο
Θεωρείτε, λοιπόν, ότι το ΔΗΚΟ έχει μιαν αντιπαραγωγική αντιπολιτευτική συμπεριφορά;

Δεν θα έλεγα ότι ασκεί μιαν αντιπαραγωγική αντιπολίτευση. Π.χ. στα θέματα οικονομίας έχει μια εποικοδομητική και δημιουργική προσέγγιση. Από την άλλη όμως, π.χ. στο Κυπριακό, δείχνει διαφορετική προσέγγιση. Εδώ θεωρώ ότι, με τον τρόπο που πολιτεύεται, δεν εξυπηρετεί ούτε το ίδιο ούτε τον τόπο. Εάν μας θεωρούν ότι αντιπροσωπεύουμε μια καθαρή άρνηση, δεν θα μας ακούει ο κόσμος. Διότι αναμένουν εκ των προτέρων πως ό,τι πούμε θα είναι αρνητικό, και θα μας αγνοούν, έστω κι αν τα περισσότερα απ’ όσα λέμε είναι ορθά. Άρα, πρέπει να δημιουργήσουμε και να προβάλουμε όχι μόνο την εικόνα, αλλά και την αντικειμενικότητά μας ως σύγχρονος πολιτικός οργανισμός. Όχι μόνο να επικρίνουμε, αλλά και να είμαστε πάντοτε έτοιμοι να συμβάλουμε στον δημόσιο διάλογο με προτάσεις και εισηγήσεις.
Θέλω νέους ανθρώπους στη Βουλή
Είστε ο δεύτερος τη τάξει στην κομματική ιεραρχία του ΔΗΚΟ. Ωστόσο, έως ακόμη και σήμερα πλανιέται μια αμφιλογία για το εάν θα είστε υποψήφιος στις ερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Έχετε ξεκαθαρίσει τις προθέσεις σας;

Δεν έχω πάρει ακόμα οριστική απόφαση. Ωστόσο, αν και στην πολιτική ποτέ δεν πρέπει να λες ποτέ, με τα σημερινά δεδομένα αισθάνομαι ότι έχω κλείσει τον κοινοβουλευτικό μου κύκλο, έχοντας εκλεγεί τρεις φορές στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Θα προτιμούσα να έβλεπα νέους ανθρώπους, με νέες ιδέες να μπαίνουν στο Κοινοβούλιο. Έτσι, σ’ αυτήν τη φάση που μιλάμε, δεν βλέπω θετικά την προοπτική αυτή.
Τι είναι εκείνο που θα σταθμίσει περισσότερο στη λήψη των οριστικών αποφάσεών σας;
Τα δεδομένα την ώρα της απόφασης. Στους εναπομείναντες έξι μήνες ώς τις εκλογές μπορεί να υπάρξουν σημαντικές εξελίξεις, τόσο εσωκομματικά όσο και ευρύτερα, λ.χ. στο Κυπριακό, και όχι μόνον.
Έμφαση στην εικόνα και την αξιοπιστία μας
Τι μπορεί να θεωρηθεί, κατά τη γνώμη σας, ως επιτυχία και τι ως αποτυχία για το ΔΗΚΟ στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές;

Πρώτο και αντικειμενικό κριτήριο είναι τα ποσοστά και ο αριθμός των βουλευτών που εκλέγονται. Είτε το παραδεχόμαστε είτε όχι, αυτό έχει μεγάλη σημασία. Και σε βουλευτικές εκλογές με το πολιτειακό σύστημα της Κύπρου, αποτελεί και το βασικό κριτήριο δύναμης και επιρροής ενός κόμματος. Όμως, επειδή έχουμε προεδρικό σύστημα, δίνω εξίσου μεγάλη έμφαση στην εικόνα του κόμματος, στην αξιοπιστία του και στη δυνατότητά του να επιδρά στις πολιτικές εξελίξεις, έστω κι αν αυτό δεν εκφραστεί σε ψήφους.


Για μένα, μεγάλη σημασία έχει η παρεμβατική ικανότητα του κόμματος και η κοινωνική του απήχηση και εκτός Βουλής. Αυτή είναι και μια από τις απαντήσεις που δίνω σε πολλούς που με παροτρύνουν να κατέλθω στις εκλογές. Λόγω του πολιτειακού μας συστήματος, μπορεί κάποιος να είναι κομματικό στέλεχος, χωρίς να είναι ταυτόχρονα κοινοβουλευτικός, είναι δύο ξεχωριστά πράγματα. Εγώ θα ήθελα να δω το κόμμα να έχει επιρροή στην κοινωνία πέρα από την κομματική του δύναμη. Και για να μπορείς να επηρεάσεις στην πολιτική, πρέπει να αποκτήσεις αντικειμενικότητα και αξιοπιστία.
Άκαιρη η συζήτηση για το εκλογικό μέτρο
Ποια η θέση σας για την εξυφαινόμενη προσπάθεια αύξησης του εκλογικού μέτρου; Και ποιες επιπτώσεις θεωρείτε ότι θα έχει στη λειτουργία του πολιτικού και πολιτειακού μας συστήματος;

Υπάρχουν επιχειρήματα και υπέρ και κατά της αλλαγής του εκλογικού μέτρου. Η κύρια επιφύλαξή μου, όπως και του κόμματός μου καθ' όσον αντιλαμβάνομαι, αφορά τη χρονική στιγμή στην οποία ανακινήθηκε το συγκεκριμένο θέμα. Δεν μπορεί κανείς να απορρίψει σαν παράλογη την πρόταση για αλλαγή του εκλογικού μέτρου, καθώς υπάρχουν τα επιχειρήματα που μπορούν να την τεκμηριώσουν, όπως βέβαια και για το αντίθετο. Όμως, ο χρόνος που επιτελείται αυτή η συζήτηση δεν είναι ο ενδεδειγμένος. Θα αλλάξει το πολιτικό σκηνικό και τα πολιτικά δεδομένα μόλις έξι μήνες πριν από τις εκλογές. Μια πάγια αρχή, που ακολουθείτο διαχρονικά, ήταν ότι δεν αλλάζουμε τον εκλογικό νόμο κοντά στις εκλογές. Επί της ουσίας, όμως, είναι ένα θέμα που σηκώνει πολλή συζήτηση.
Πρόωρη η αισιοδοξία στο Κυπριακό
Πώς αξιολογείτε τα μέχρι στιγμής πεπραγμένα της διαπραγμάτευσης στο Κυπριακό; Θεωρείτε βάσιμη την αισιοδοξία που καλλιεργήθηκε, ή ήταν μια στρατηγική τεχνητής ευφορίας, για να αποκρυφτούν τα προβλήματα και οι δυσκολίες, που προκαλεί σήμερα περισσότερα προβλήματα;

Νομίζω ήταν πρόωρη τόσο η αισιοδοξία όσο και ο ενθουσιασμός, τα οποία βασίστηκαν αποκλειστικώς και μόνο στο πρόσωπο του κ. Ακιντζί. Ειδικά όταν υπάρχει προηγούμενο. Θυμόμαστε τον αρχικό ενθουσιασμό στις συνομιλίες Χριστόφια-Ταλάτ. Στην αρχή και χημεία υπήρξε μεταξύ τους και συγκλίσεις, ασχέτως τού αν το ΔΗΚΟ συμφωνούσε ή όχι. Και παρ’ ότι οι δύο τους είχαν προχωρήσει πολύ, είδαμε στο τέλος την αρνητική κατάληξη των συνομιλιών, ακόμη και πριν εκλεγεί ο κ. Έρογλου. Άρα, δεν έπρεπε, με τα δεδομένα που υπάρχουν, τον καθοριστικό ρόλο της Τουρκίας και τις ισορροπίες στην τ/κ κοινότητα, να υπερενθουσιαζόμαστε και να αναγορεύουμε, ούτε λίγο ούτε πολύ, τον Μουσταφά Ακιντζί σε κομιστή λύσης. Πιστεύω ότι αυτή η προσέγγιση ήταν λανθασμένη και μπορεί να μας αφήσει και εκτεθειμένους στο τέλος.
Επομένως, θα έλεγα ότι, αν κάποιος έβλεπε αντικειμενικά τα πράγματα από την αρχή, θα επεσήμαινε όλες τις δυσκολίες. Επιπρόσθετα, θεωρώ ότι είναι λανθασμένη η διαδικασία που ακολουθείται, και το έχω πει και παλαιότερα. Κατά τη γνώμη μου, έπρεπε να είχαμε μπει από την αρχή στα πιο δύσκολα κεφάλαια της διαπραγμάτευσης. Δοκιμάστηκε η διαφορετική προσέγγιση και δεν απέδωσε. Άρα, με το να παίρνουμε πρώτα τα ζητήματα της διακυβέρνησης, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οικονομίας, που είναι περισσότερο τεχνοκρατικά, δεν οδηγούμαστε πουθενά. Θα έπρεπε, αντίθετα, να καταπιαστούμε ουσιαστικά και σε βάθος με τα ζητήματα που άπτονται της ουσίας του Κυπριακού, όχι μόνο το περιουσιακό, αλλά και το εδαφικό, τις εγγυήσεις, την ασφάλεια, τους εποίκους.
Γιατί, τι σημασία έχει αν θα συμφωνήσουμε για την Προεδρία, τους υπουργούς, τις αστυνομίες και τις αρμοδιότητες, όταν δεν συμφωνούμε στα πιο πάνω μείζονα ζητήματα; Αν τα βρούμε σ’ αυτά, τα υπόλοιπα θα ακολουθήσουν και θα επιλυθούν εύκολα. Πιστεύω ότι χάσαμε χρόνο, συζητώντας δευτερεύοντα ζητήματα, με εξαίρεση το περιουσιακό.
Το δεύτερο πρόβλημα τακτικής είναι ότι, όταν συζητούμε θέματα διακυβέρνησης και οικονομίας, όντας το νόμιμο κράτος και η συντριπτική πλειοψηφία πληθυσμιακά, είναι αναμενόμενο να γίνουν παραχωρήσεις από την πλευρά μας. Το λάθος είναι ότι δεν υπεισερχόμαστε στη συζήτηση κεφαλαίων όπου θα γίνουν παραχωρήσεις από την τουρκική πλευρά, για να ξέρουμε τι είναι έτοιμοι να δώσουν. Αυτό θα αντιμετωπιζόταν με την ταυτόχρονη διαπραγμάτευση, που αν και θεωρητικά συμφωνήθηκε, δυστυχώς, στην πράξη δεν γίνεται.
Κίνδυνος να θεωρηθεί το Κυπριακό ως μη επιλύσιμο
Ο τρίτος κίνδυνος που διαβλέπω είναι ότι το κλίμα της υπεραισιοδοξίας, αν δεν καταλήξει σύντομα σε κάποια θετική εξέλιξη, θα δώσει λανθασμένα μηνύματα. Θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις κάποιοι να μας πουν, «αφού δεν λύνεται το Κυπριακό ούτε με αυτές τις συνθήκες, ούτε και με τον Μ. Ακιντζί στην ηγεσία της τ/κ κοινότητας, δεν μπορεί να λυθεί πλέον». Αυτό συνιστά έναν μεγάλο κίνδυνο για εμάς. Μην ξεχνάμε ότι, μία από τις στρατηγικές επιδιώξεις της Τουρκίας, είναι να θεωρηθεί το κυπριακό πρόβλημα ως μη επιλύσιμο, κατά το πρότυπο του Κοσσυφοπεδίου. Αν θεωρηθεί λοιπόν ότι το Κυπριακό δεν μπορεί να λυθεί από τη διεθνή κοινότητα, τότε οι Τούρκοι θα κινηθούν προς εναλλακτικές επιλογές. Για μένα η μη λύση είναι εξίσου απαράδεκτη όπως η κακή λύση.